Πρωινό Σαββάτου, βροχερό. Περπατούσα ,σκεπτόμουν ,βρεχόμουν.
Η διαδρομή που ακολουθούσα γνωστή,καθημερινή,αυτή που οδηγούσε από το σπίτι στη δουλειά,στην οποία κινήθηκα εντελώς μηχανικά, από συνήθεια θα έλεγα.
Όμως σήμερα ανακάλυπτα λεπτομέρειες και σημεία που είχαν περάσει απαρατήρητα, έβλεπα ότι η πόλη άλλαζε και ήθελα να αποτυπώσω τους ανθρώπους τα μαγαζιά της ,το τοπίο αυτής της διαδρο-μής, να επισημάνω τις αλλαγές, να εξετάσω, να αναλύσω ,να κατανοήσω. Αιτία οι σκέψεις που με βασάνιζαν, τα προβλήματα στην δουλειά, μια πιθανή απόλυση μου,το αβέβαιο της επιβίωσης, η ανασφάλεια.
Η βροχή έπεφτε ασταμάτητα, χωρίς συνείδηση, χωρίς ενοχή, ξεχείλιζαν οι σκέψεις μου σαν ποτάμι. Λιγοστοί άνθρωποι, περνούσαν βιαστικά μπροστά από άδεια καταστήματα με φανταχτερές ταμπέλες “ενοικιά-ζεται”, παρατηρούσα τις μορφές τους, που έμοιαζαν να χάνουν το σχή-μα τους να ρευστοποιούνται να γίνονται διάφανες σταγόνες βροχής και να χάνονται.
Κίνηση ανύπαρκτη , επιθυμούσα ένα ζεστό καφέ, έκανε κρύο, είχα μου-σκέψει μέχρι το κόκαλο. Κατευθύνθηκα προς ένα γνωστό καφενείο, που ήξερα πως είχε πάντα κόσμο,εργάσιμες ή αργίες.
Πράγματι, ηλικιωμένοι , και νέοι άντρες κυρίως, συζητούσαν δυνατά, πί-νοντας καφέ, παίζοντας τάβλι ,χαρτιά, ξέγνοιαστοι και ανέμελοι.
Με το ζόρι βρήκα ένα τραπέζι, κάθισα ,παρήγγειλα ,οι σκέψεις με τύλι-ξαν. Για λίγο με απέσπασε η βροχή που αγρίεψε και χτυπούσε δυνατά την μεγάλη τζαμαρία σαν να την μαστίγωνε.
Οι αντιδράσεις των γύρω λιγοστές, μια περιφρόνηση στη βροχή και στα άδεια ξενοίκιαστα καταστήματα.
Καταστήματα που έκλεισαν άδοξα χωρίς να μπορέσουν να στηρίξουν τις ελπίδες και τα όνειρα ικανών ανθρώπων. Λάθος επιλογές ; Ο σκληρός ανταγωνισμός των ΜΕΓΑΛΩΝ και η μοίρα των ΜΙΚΡΩΝ; Η αγοραστική δύναμη που συνεχώς μικραίνει και το καλάθι αδειάζει;
Πάντα μου έκαναν εντύπωση τα γεμάτα κόσμο καφενεία όπου κάποιοι με πάθος σκότωναν την ώρα τους.
Μια ζωή πληκτική ανακάλυπτα να κυλά εδώ μέσα, ομοιόμορφα και με αργό ρυθμό όπως και οι καφέδες στα φλιτζάνια που θα άδειαζαν γουλιά - γουλιά ίσως μέχρι το σούρουπο.
Καταφύγια ανεργίας όπου ξεχνάς την φτώχεια και την απραξία;
Και αυτές οι ώρες να γεμίζουν το κενό της ζωής ,το χρόνο που αφήνει ελεύθερο η σύνταξη,η ανεργία,η έλλειψη εργασίας και η απομάκρυνση από την οικογένεια που δεν μπορεί να τη ζήσει ένας μισθός,ο βασικός, που δεν φτάνει ούτε για τα αναγκαία.
Μέχρι σήμερα δυσκολίες στην αντιμετώπιση της καθημερινότητας είχαν τα μέλη εκείνα του πληθυσμού που ανήκαν στην κατηγορία των παραδο-σιακά φτωχών ή «παλαιόπτωχων» όπως οι πολύτεκνες οικογένειες ,οι ηλι-κιωμένοι των οποίων η σύνταξη είναι πολύ χαμηλή για τις τρέχουσες βασικές ανάγκες και απαιτήσεις της ζωής, οι άστεγοι και οι άποροι.
«Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας των εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία, περίπου 1,3 εκατομμύρια συνταξιούχοι προσπαθούν να επιβιώσουν σε μία από τις ακριβότερες χώρες της Ευρώπης με μηνιαία εισοδήματα που δεν ξεπερνούν τα 400 ευρώ, ενώ άλλοι 450.000 συνταξιούχοι έχουν αποδοχές μεταξύ 400-500 ευρώ».
Πηγή ΙΝΤΕΡΝΕΤ
Τώρα έχουμε να κάνουμε με μια νέα κατηγορία φτωχών τους «νεόπτω-χους» όπως αυτοί χαρακτηρίζονται, σαν αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης που συγκλονίζει την Ευρώπη τα τελευταία χρόνια ,κάνοντας την εμφάνιση της ήδη και στην χώρα μας … νεόπτωχοι λοιπόν,milleuristas –όπως τους αποκαλούν οι Ισπανοί (δηλαδή αντίστοιχα αυτό που λέμε εμείς στην Ελλάδα, η γενιά των 700 ευρώ). *** ( βλέπε παραπομπή στο τέλος κειμένου )
Κυρίως νέοι που θεωρητικά δεν ανήκουν στις στρατιές των ανέργων,συν-θέτουν την νέα αυτή τάξη, με εξαντλητικά ωράρια και αποδοχές που δεν φτάνουν καν τα 700 ευρώ ,πολλές φορές ανασφάλιστοι ή με σχέσεις με-ρικής απασχόλησης.
«Σύμφωνα με τα στοιχεία της κοινοτικής στατιστικής υπηρεσίας Eurostat, την ώρα που σε πολλές χώρες της αναπτυγμένης Ευρώπης δεν υπάρχει μισθός χαμηλότερος από 1.250 ευρώ το μήνα, στην Ελλάδα οι μικτές αποδοχές του μέσου εργαζόμενου δεν ξεπερνούν τα 950 ευρώ, ενώ περίπου ο ένας στους δύο Έλληνες που έχει την τύχη να μην ανήκει στις στρατιές των ανέργων αμείβεται με ακόμη λιγότερα». Πηγή ΙΝΤΕΡΝΕΤ
Μια πρωτόγνωρη κατάσταση ,μια σημαντική αύξηση ανθρώπων που συνωστίζονται στην ουρά για ένα κομμάτι ψωμί ή ότι άλλο μπορούν να τους παρέχουν οι φιλανθρωπικές και ανθρωπιστικές οργανώσεις.
Άνεργοι πτυχιούχοι, χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι , απολυμένοι και άνθρωποι άνω των 40 που δύσκολα ξαναβρίσκουν εργασία μετά από ξαφνική διακοπή της, μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που βρέθηκαν στο δρόμο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες τους για στήριξη των επιχειρήσεων τους ,διαμορφώνουν μια νέα κοινωνική πραγματικότητα όχι και τόσο ευχάριστη.
Συμβιβάζεσαι, ξεχνάς πτυχία, υποτροφίες, επαίνους, άχρηστα όλα και δουλεύεις για το μεροκάματο ή για την ακρίβεια δουλεύεις σαν δούλος για τις τράπεζες, τις δόσεις δάνειων ,τις δόσεις πιστωτικών καρτών.
Και στο τέλος δεν κάνεις τίποτα γιατί βγάζεις 700 και χρωστάς 1500.. που πήρες χωρίς κόπο…. και μένουν απλήρωτα τα δάνεια και οι πιστωτικές.
«Περισσότερα από 200.000 νοικοκυριά (το 15% του συνόλου) δουλεύουν ουσιαστικά για τις τράπεζες, καθώς αφιερώνουν πάνω από το 40% του μηνιάτικου, για να ξεχρεώνουν δάνεια και πιστωτικές κάρτες, ενώ ακόμη και το μέσο ελληνικό νοικοκυριό ξοδεύει κοντά στο 20% των μηνιαίων αποδοχών του σε τοκοχρεολύσια». Πηγή ΙΝΤΕΡΝΕΤ
Η φτώχεια και η ανέχεια αρχίζουν να χτυπούν την πόρτα σου, ούτε τις βασικές ανάγκες δεν μπορείς να καλύψεις,και ψάχνεις να δεις τι φταίει, επιρρίπτοντας ευθύνες σε κάποιους άλλους και όχι στην απληστία και καταναλωτική μανία σου.
Η επεκτατική και απάνθρωπη συμπεριφορά της σύγχρονης οικονομίας, είναι ή αιτία αυτής της καταναλωτικής φρενίτιδας, που οδηγεί σε μια αναζήτηση πλουτισμού δίχως όρια, καθιστώντας μας ανίκανους στο να εξετάζουμε κριτικά τις ανάγκες μας, ώστε να επιλέγουμε μεταξύ τεχνητών και πραγματικών.
Το τραπεζικό σύστημα,στηρίζει τον «βολεμένο» αυτό τρόπο ζωής,ένα τρό-πο ζωής θα έλεγα που το ίδιο το σύστημα αναπαράγει για να συντηρηθεί, ενισχύοντας τα εύκολα καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια.
Ανήθικες πρακτικές εφαρμόζονται,στηρίζοντας κερδοσκοπικά συμφέρο-ντα,χωρίς να υπολογίζουν τις καταστροφικές συνέπειες για την πραγμα-τική οικονομία και τον πολίτη.
Χωρίς πραγματική αποτίμηση του κινδύνου, δίνονται σχεδόν πιεστικά δάνεια ,μόνο και μόνο για ένα μεγαλύτερο κομμάτι στην αγορά, έστω και εικονικό, με μοναδικό στόχο την αύξηση πελατείας, και τα βραχυπρό-θεσμα κέρδη, παραβιάζοντας κάθε κανόνα τραπεζικής δεοντολογίας.
Πανάκριβα σπίτια, και αυτοκίνητα αγοράζονται και επιδεικνύονται, προ-σπαθώντας να συντηρήσουν μια απατηλή προς τα έξω εικόνα. Νεόπλουτοι και συνάμα Νεόπτωχοι, αιχμάλωτοι του τραπεζικού και κρα-τικού μηχανισμού και της γενικής οικονομικής κατάστασης που διαιω-νίζει την άνιση κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου κάνοντας τους φτωχούς φτωχότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους.
«Στην Ελλάδα από τα 100 ευρώ του συνολικού εισοδήματος πάνω από 40 ευρώ καταλήγουν στο 20% των πλουσιότερων Ελλήνων, ενώ στην τσέπη του 20% των φτωχότερων Ελλήνων καταλήγουν μόλις τα 7 ευρώ». Πηγή ΙΝΤΕΡΝΕΤ
Ο αριθμός των μεταναστών και μειονοτήτων καθώς και των ανθρώπων που δεν μπορούν να επιβιώσουν, παραιτούμενοι από κάθε προσπάθεια αλλαγής, εξαιτίας των μεγάλων οικονομικών πιέσεων που έχουν δεχθεί, αυξάνει σημαντικά.
Ο κίνδυνος φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού τόσο σε ατομικό όσο και ομαδικό επίπεδο έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση της κοινωνικής συνοχής και την αύξηση των συγκρούσεων.
Σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, περίπου πεντα-κόσιες χιλιάδες παιδιά στην Ελλάδα ζουν κάτω από το όριο της φτώ-χειας, οδηγούμενα στην παράνομη αγορά εργασίας, παρατώντας το σχολείο και στερούμενα οποιασδήποτε κοινωνικής μέριμνας.
Επίσης οι γυναίκες είναι εκείνες που κουβαλούν το βάρος της ανεργίας σε υψηλότερα ποσοστά από αυτά των ανδρών. Μια σημαντική παράμε-τρος ανισότητας είναι και το γεγονός, ότι οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο από τους άνδρες ακόμα και στις ανεπτυγμένες χώρες.
«Σύμφωνα και με τα στοιχεία της Κομισιόν το 21% των συμπολιτών μας (2,2 εκατ. άτομα) επιβιώνει με εισόδημα κατώτερο του 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος.
Η Ελλάδα μαζί με την Ιρλανδία έχουν το υψηλότερο ποσοστό φτώχειας στην ΕΕ των «15», ενώ τελευταία στη σχετική κατάταξη είναι η Σουηδία με 9%. Στην Ευρώπη υπολογίζεται ότι οι φτωχοί ξεπερνούν τα 70 εκατ. ανθρώπους.
Στην Ελλάδα, το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται στα όρια της φτώχειας μειώνεται με τις κοινωνικές παροχές στο 20%, ενώ χωρίς αυτές τις παροχές είναι 23%.
Το 33% των φτωχών στην Ελλάδα είναι άνω των 65 ετών, καθώς οι συνταξιούχοι είναι μία από εκείνες τις κοινωνικές ομάδες (μονογονεϊκές οικογένειες, απολυμένοι, μετανάστες, νέοι κτλ.) που υποφέρουν περισσότερο από τα πενιχρά εισοδήματα και την ακρίβεια.
Στην Ελλάδα, ένα νοικοκυριό με ένα άτομο θεωρείται ότι βρίσκεται στα όρια της φτώχειας όταν το εισόδημα του σε ετήσια βάση δεν ξεπερνά τα 4.264 ευρώ, έναντι 9.455 στη Γερμανία και 13.863 στο Λουξεμβούργο. Ο μέσος όρος στην Ευρώπη των «15» είναι 8.319 ευρώ.
Για μία τετραμελή οικογένεια, το ποσό ανεβαίνει στα 8.955 ευρώ, έναντι 19.855 στη Γερμανία και 17.469 ευρώ στην ΕΕ των «15».
Στην «κορυφή» των κοινωνικών ανισοτήτων βρίσκονται περιφέρειες της Ηπείρου με ποσοστό πληθυσμού κάτω από το όριο της φτώχειας 37%, της Στερεάς Ελλάδας με 32%, καθώς και της Πελοποννήσου και της Δυτικής Ελλάδας με 31%.Επίσης κάτω από το κατώφλι της φτώχειας ζει το 20,9% των γυναικών έναντι 18,3% στην περίπτωση των ανδρών». Πηγή ΙΝΤΕΡΝΕΤ
Η φτώχεια δίπλα μας σε ποσοστά ακραία, τα μέτρα και οι στρατηγικές εκείνες που στόχο έχουν την μείωση της κοινωνικής ανισότητας μέσα από την ανακατανομή του εισοδήματος και του πλούτου υπέρ των ασθε-νέστερων, την εξασφάλιση καλύτερης κοινωνικής πρόνοιας και προστα-σίας με την αύξηση των επιδοτήσεων και γενικά παροχών προς τις κατη-γορίες αυτές του πληθυσμού που υποφέρουν και δεν έχουν επαρκή προ-στασία,την στήριξη της οικογένειας με έμφαση στην καταπολέμηση
της παιδικής φτώχειας, την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων και θέσεων εργασίας για την μείωση της ανεργίας ,την αναδιαμόρφωση του φορολογικού και εκπαιδευτικού συστήματος, την εξασφάλιση ενός ελάχιστου εισοδήματος αποτελούν πρωταρχικό μέλημα των εκάστοτε κυβερνώντων για την καταπολέμηση αυτού του φαινομένου.
Οι στατιστικές όμως που αφορούν την χώρα μας μέχρις στιγμής δείχνουν την αναποτελεσματικότητα των αρμοδίων φορέων για την μείωση της φτώχειας σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ίδια ή ανάπτυξη και η παγκοσμιοποίηση με την επιδίωξη της ανταγω-νιστικότητας και της εξασφάλισης χαμηλού κόστους παραγωγής μέσα από αυτοματοποιημένες διαδικασίες, χωρίς παρεμβάσεις και ελέγχους, αποκλείει ολοένα και περισσότερους από το σύστημα μεγαλώνοντας έτσι το χάσμα μεταξύ φτωχών και πλουσίων.
Παγκοσμιοποίηση ναι, αλλά με ανθρώπινο πρόσωπο, θα πρέπει να γίνει στόχος ζωής. Τότε μόνο οι αδύναμοι θα καταφέρουν να βελτιώσουν τη θέ-ση τους.
Η φτώχεια δεν αποτελεί μόνο χαρακτηριστικό του Τρίτου Κόσμου. Και οι πιο αναπτυγμένες κοινωνίες βρίσκονται αντιμέτωπες με το φαινόμενο των νεόπτωχων. Ένας κόσμος ανισοτήτων και φτώχειας, εμφανίζεται αποκλει-σμένος από τα θεμελιώδη αγαθά για τη ζωή και την ανθρώπινη ανάπτυξη.
Διακυβεύεται η ουσία της έννοιας της δημοκρατίας κατά τον Αριστοτέλη:
«Δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο κυβερνούν οι φτωχοί. Αν όμως η δημοκρατία δεν υποστηρίζεται από ισχυρές ηθικές αξίες και δεν βασίζεται σε δομές και θεσμούς που να μπορούν να εκφράζουν γενικά συμφέροντα, τότε γίνεται όργανο συντήρησης προνομίων των λίγων και δεν προάγει την πρόοδο,την δικαιοσύνη και την ευημερία για τους πολλούς».
Περνούν οι μέρες και τρέχουμε με θηλιά στο λαιμό τις χωρίς τέλος υπο-χρεώσεις, εργαζόμαστε και αναπνέουμε μόνο για την ανάσα, χωρίς να ζούμε.
Μετράμε τα διαθέσιμα, τα βρίσκουμε λιγοστά,κλεινόμαστε, συμβιβαζό-μαστε, τα σχέδια που κάνουμε για το αύριο μένουν στη φαντασία, το κουράγιο μας ολοένα και εξαντλείται και παύουμε προς το παρόν να ελπίζουμε.
Ένα πρωινό Σαββάτου με τη βροχή να αυλακώνει αλύπητα τα πρόσωπα των δρόμων και συνάμα να κορυφώνει την αγωνία για την πορεία της ζωής, που ανεξέλεγκτα οδηγείται στην ανεργία, στην υποαπασχόληση, περιθωριοποίηση στην σχετική (νεόπτωχοι) και απόλυτη φτώχεια.
Θα ήθελα να μιλήσω για μια αισιόδοξη στάση ζωής όμως η καθημερινό-τητα μου,η στατιστική εικόνα που εμφανίζει την κοινωνική ανισότητα αξεπέραστη,δεν μου αφήνουν κανένα περιθώριο διαφορετικής ερμηνείας της κατάστασης και αλλαγής της μελαγχολικής μου στάσης.
Οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια περνάνε….
Τη μια μονότονη ημέρα
άλλη μονότονη, απαράλλαχτη ακολουθεί
Θα γίνουν τα ίδια πράγματα,
θα ξαναγίνουν πάλι.
Οι όμοιες στιγμές μας βρίσκουνε
και μας αφήνουν.
Μήνας περνά
και φέρνει άλλον μήνα.
Αυτά που έρχονται,
κανείς εύκολα τα εικάζει.
Είναι τα χθεσινά, τα βαρετά εκείνα.
Και καταντά το αύριο πια,
σαν αύριο να μη μοιάζει...
Κ.Π. Καβάφης
***
Η λέξη mileurista (προέρχεται από τις ισπανικές λέξεις "χίλια ευρώ") πρωτοεμφανίστηκε σε άρθρο της El País το 2005 και χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να δηλώσει άτομο που γεννήθηκε στην Ισπανία, μεταξύ των ετών 1965 και 1985 με μηνιαίο μισθό που δεν ξεπερνάει τα €1000.
Τα άτομα αυτά διακρίνονται για την υψηλή ακαδημαϊκή τους μόρφωση, συνήθως master, μεταπτυχιακά και ξένες γλώσσες, αλλά απασχολούνται σε μια αγορά εργασίας που ελάχιστα αποζημιώνει αυτά τα τυπικά προσόντα. Το αποτέλεσμα είναι η αναγκαστική απασχόληση σε τομείς ή θέσεις κατώτερες των προσόντων. Ο χαμηλός μισθός, η αφθονία των «συναδέλφων» με ανάλογα προσόντα και οι κοινωνικές αλλαγές, τους εμποδίζουν να φτάσουν εκεί που υπολόγιζαν και τελικά αντιλαμβάνονται ότι το μέλλον δεν είναι αυτό που ονειρευόντουσαν. Και ενώ πρέπει να ζουν ως ενήλικες, δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για δημιουργία οικογένειας ή αγοράς στέγης/αγαθών εκτός δανεισμού. Συχνά παρατηρείται και το εξής παράδοξο: αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση από τα αφεντικά τους, παρότι υπερτερούν σε πτυχία, ξένες γλώσσες, ικανότητα χειρισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, νέων τεχνολογιών κ.λπ. Αυτό επηρεάζει την ψυχολογία τους και οδηγεί σε χαμηλή αυτοεκτίμηση, με τεράστιες κοινωνικές συνέπειες.
(Να μην ξεχνάμε βέβαια, ότι η υποχρεωτική δωρεάν παιδεία, εμφανίστηκε την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης με μόνο σκοπό την συστηματική παραγωγή ειδικευμένων εργατών για την εξυπηρέτηση των βιομηχάνων και την αύξηση του κέρδους της ολιγαρχίας.)
Αν στις προηγούμενες αιτίες προσθέσουμε την στοχευόμενη δημιουργία προβλημάτων (σε τομείς υγείας, οικονομίας, πολιτικής σταθερότητας, αγοράς εργασίας κ.α.) από τους ολίγους για δικό τους μόνο όφελος, κατανοούμε την σημερινή κατάσταση. Όλοι τρέχουμε (σαν τα χαμστεράκια στην ρόδα), χωρίς να κατανοούμε το πραγματικό «γιατί» και χωρίς να φτάνουμε πουθενά! Δεν αναφέρομαι καθόλου σε θέματα θρησκείας, πολιτικής, ή σε Τράπεζες και τηλεόραση, γιατί χρειάζονται τόμοι….
Και βέβαια το ερώτημα είναι: τι κάνουμε? Μπορούμε να σταματήσουμε την «ρόδα»? Ίσως μια ζεστή, ειλικρινής ματιά στον συνάνθρωπο, η άνευ υστεροβουλίας δημιουργία κοινωνικών / προσωπικών σχέσεων και η προσπάθεια για - πραγματική - γνώση (πέρα και πάνω από την απόκτηση τυπικών προσόντων), που οδηγεί σε καθαρή, μη καθοδηγούμενη σκέψη, κατορθώσει να αλλάξει κάτι.
Σε ευχαριστώ για τα ερεθίσματα, φοβάμαι όμως ότι έκανα κατάχρηση του χώρου.
Συγχαρητήρια! - Βίβιαν Φ.