Eίσοδος Μελών

Βαθμολογία Χρηστών
 
5.0
Reviewed by Nikos Stylianou
"Κάποτε δεν θα το πίστευα ότι θα υπήρχε τόση εξέλιξη... Ένα μεγάλο μπράβο στην AI .... "
Βαθμολογία Χρηστών
 
5.0
Reviewed by Sotos
"Bravo!!!!!!!!!!!!! "
Βαθμολογία Χρηστών
 
5.0
Reviewed by logoclub.gr
Βαθμολογία Χρηστών
 
5.0
Reviewed by logoclub.gr
< >

Κριτικές Κειμένων

Online -χρήστες & επισκέπτες Εξωτερικού

Now 372 guests online

Who's Online

Έχουμε 2618 επισκέπτες συνδεδεμένους

Καλώς ήρθατε

στον Ιστοχώρο του Λογοτεχνικού Club,που δημιουργήθηκε από ανθρώπους που αγαπούν την λογοτεχνία και επιθυμούν να προβάλλουν αυτό το κομμάτι του πολιτισμού μας σε όλον τον κόσμο.

Εκτύπωση PDF
RSS
LOGO VIMA *** Ανένταχτο ο δραπέτης / θεατρικό χορόδραμα
 

ο δραπέτης / θεατρικό χορόδραμα Featured Hot

ο  δραπέτης / θεατρικό χορόδραμα

Σκηνή άδεια και βραδιάτικη

με της προσμονής την

υποψία - μπόρας και σφαγής

Με την υποψία ντροπής

τροπής, ανατροπής

με μια πανσέληνο

κι ένα ρολόι – σκιά των ωρών

με βλαμμένους λεπτοδείχτες

που σμίγουν τους χρόνους όλους

και τις εποχές

και μια Στιγμή φτιάχνουν

στο απροσδιόριστο

των αιώνων

Άδεια και βραδιάτικη η σκηνή

μ’ ένα νωθρό κιτρινιάρικο φως

το ρολόι να δείχνει –

μην αποξεχαστείς..

μην απολησμονήσω..

Σκηνή με μια κρυφή σοφίτα -

κρυψώνα δημίων -

αρπαχτικών μαύρων πουλιών-

όλα τα δεινά που είναι,

όλες οι δίνες,

οι τύψεις όλες,

τα καρφιά όλα –

ακονισμένα μαχαίρια

ξυράφια

πρέσες…

που σκίζουν κορμιά

που συνθλίβουν κορμιά

και τα μυαλά ξεχύνονται

στων ωρών τον τρελό το χορό

Κι η νύχτα η αποψινή…με μια φωνή αντρίκια που γρυλίζει…

«Το κρύο, απόψε, έκανε τη στέγη μου να τρίζει. Τα τζάμια θαμπά, σαν όλη τη ζωή μου.

Κι η νύχτα, η φοβερή νύχτα, γαντζώθηκε πάνω μου και γίναμε ένα. Τα κεριά έλιωσαν, μόνο ένα αντέχει ακόμη. Φτάνει όμως μόνο αυτό για να εμφανίζονται οι αναμνήσεις στους τοίχους, και παραφορτωμένοι όπως είναι, θάλεγα ότι βογκούσαν σαν ετοιμοθάνατοι γίγαντες της μυθολογίας, σηκώνοντας το βαρύ τους πεπρωμένο, να στέκουν όρθιοι πάντα μέσα στις αλλεπάλληλες εναλλαγές εποχών, ανθρώπων, έργων τέχνης και έργων ατεχνίας. Σήμερα και οι τέσσερις τοίχοι μου, δεν ξέρω γιατί, συμπίεσαν το ταβάνι. Το συμπίεσαν πολύ, το έκαναν αόρατο για τα κοινά μάτια των ανθρώπων και σχημάτισαν μια τετράγωνη πυραμίδα. Μάλλον θα σκέφτηκαν ότι έτσι ίσως αλλάξει η τύχη τους. Ίσως αποκτήσουν κάποια φήμη, παρομοιάζοντας τους εαυτούς τους με τις αρχαίες Αιγύπτιες πυραμίδες...ενώ μέσα, ελάτε να δείτε, ανασαίνει ακόμη η κοκαλιάρικη μούμια του Φαραώ...Η νύχτα απόψε...»

Και τα φώτα προβάλλονται δυο

δίπλα σ’ εκείνο το κιτρινιάρικο νωθρό

που εντείνει το χρόνο

Ένα τόξο ουράνιο

στιγματίζει τον Ορφέα

σα βδέλλα που του κόλλησε

ο κόσμος της ντροπής..

ενώ σαν καμάρι του άρμοζε

κι εγώ του…

Και το κίτρινο παίζει με τον τοίχο

και ριζώνει εκεί

για να ξεθάψει αίματα

σκάβοντας άγαρμπα το άσπρο

της σκηνής-

εκεί που χύνουν το κόκκινο πηχτό

οι δήμιοι των αιώνων

Εκεί που ρίχνει ο δήμιος θηλιά

ν’ αρπάξει το χρόνο -

το χρόνο μας

θηλιά να μας τον κάνει

στο λαιμό

κι αλυσίδες μας ισοβίτισσες

στις βάτους τις ακάνθινες

των σεργιανίσματών μας

Και τότε σπάνε οι φλέβες του Ανθρώπου

π’ Ορφέα ονομάτισα

και ρους αίματος γίνεται

και πύον

και μυαλά χυμένα…

Να κρέμονται οι φλέβες

στο κενό -

κάτω πηχτό σκοτάδι

πάνω άβυσσος…

μ’ ένα βιολί

σ’ ενός αρχάγγελου τα χέρια

του Μιχαήλ

που ριγά τις νύχτες

ιχνηλατώντας στο τάστο

τον πυρετό της ακοής

με της δασκάλας τη φωνή

σε μια σονάτα μέσα

στο φως του φεγγαριού…

«Σολ φυσικό ή, σολ δίεσης; Σολ φυσικό ή, σολ δίεσης;…Σολ φυσικό, σολ φυσικό…»

«Φυσικά εκείνος δε με λυπόταν. Εκείνος, ο αρχάγγελος, ο Μιχαήλ. Εκείνος ήξερε πως η κατάντια μου δεν ήταν δική μου. Μια ξένη προσωπίδα μου φόρεσαν και μ’ έδειξαν με το δάχτυλο στα ψεύτικα δικαστήριά τους και με διέσυραν και με καταδίκασαν και μ’ απομόνωσαν. Εκείνος μόνο μπόρεσε να ξεχωρίσει πως το δάκρυ που είχε ξεπεταχτεί απ’ το αριστερό μου μάτι και είχε σταθεί στο μάγουλο, δεν ήταν το τελευταίο, του θανάτου το δάκρυ. Ήταν που μου στερούσαν και το περιθώριο.

Έχανα τη μικρή μου κάμαρη με τους τέσσερις τοίχους της (πόσα παιχνίδια είχα κάνει μαζί τους!). Έχανα τις πρόβες του μικρού μου φίλου. Τις περισσότερες φορές, το ένιωθα, έπαιζε βιολί μόνο για μένα.

Είχαμε μια σιωπηλή επικοινωνία εμείς οι δυο. Το μόνο που ήξερα γι’ αυτόν, ήταν οι μελωδίες του. Τον φανταζόμουν σε μεγάλα παλάτια του ουρανού να υποκλίνεται στ’ αστέρια. Σολίστα σε μεγάλες συναυλίες ανάμεσα στα πουλιά. Είμαστε φίλοι, δίχως ποτέ στην πραγματικότητα να δώσουμε τα χέρια. Εγώ μόνο άκουγα κι εκείνος τα βράδια διάβαζε τα βιβλία μου ξαπλωμένος στο πάτωμα ανάσκελα.»

Μόνο άκουγε ο Ορφέας..

Πάντα άκουγε

Και τις σειρήνες και τα ουρλιαχτά και τους πολέμους…Ασθενοφόρα που αλάλιαζαν περιφερόμενα στον κόσμο, τρελούς να μαζέψουν κι απορημένους…επαναστάτες κι επαναστατημένους που εκτός της διεστραμμένης ουσίας των χρόνων τάχτηκαν και τώρα μαζεύουν κι αυτόν…:

«Σιγά ηλίθιοι, ακουμπάτε τις πληγές μου! Τι θέλετε στα όνειρά μου; Μην ακουμπάτε την καρδιά μου!» ούρλιαξε η σιωπή του…

Κι ο μέσα του εαυτός, κλονίζει την ύπαρξή του…ο πατέρας του, η μάνα του, η αδερφή του… «Είσαι ένας λογιστής!» του φωνάζουν.» «Όχι, είμαι ποιητής! Έχω ένα αστέρι μέσα μου! Οι πληγωμένοι χάνουν το δρόμο! Έχασα το δρόμο! Μόνο τ’ αστέρι μου…την καρδιά μου! Μη μ’ ακουμπάτε την καρδιά μου!!!»

Γιατί όλοι βιάζονται; Γιατί κανείς δεν προλαβαίνει;;;

Απ’ τα ουράνια της σκηνής κρεμιόνται αριθμοί πολλοί, πράξεις αλγεβρικές και ισολογισμοί…

Κι ένας Ορφέας χάνεται μες στα πορνεία των εποχών…

Κι εδώ τον τυλίγει ο πανικός…κι οι φωνές του εντός του… «Είμαι ένας λογιστής! Όχι, είμαι ποιητής! Έχω ένα αστέρι μέσα μου, την καρδιά μου! Οι πληγωμένοι χάνουν το δρόμο, τον έχασα κι εγώ!.. Έχασα το δρόμο μου! Πού είναι; Πού είμαι; Τι είμαι;;;»

Και πάνω στην απόγνωση της αναζήτησης, εμφανίζεται ο έρωτας! Η Άννα! Παντού μια Άννα στη ζωή μας…

Χορεύει ο Ορφέας την ερωτική παραζάλη του…

Χορεύει και ξεμακραίνει απ’ τον κόσμο, μες το περιθώριο να γεννά πόνο και κραυγές απόκοσμες:

«-Να σου πω. Εσύ μου χρωστάς ένα χορό απ’ την Πρωτοχρονιά».

«-Άννα! Αγάπη μου»...

«-Υπάρχουμε μέσα σε σκοτάδια εποχών»

«-Υπάρχουμε για να λάμψουμε στα σκοτάδια»

«Μη μιλάς. Άκου, το αεροπλάνο απογειώνεται. Παρίσι!»

«-Άκου, κάπου, κάποιος κλαίει».

«-Αδιόρθωτε!»

«-Αδιόρθωτη!»...

Όνειρα, σα στάχυα φύτρωναν κοντά σου. Αδιόρθωτη, πάντα φεύγεις. «-Μείνε μαζί μου»

«-Μη μιλάς Ορφέα. Με φοβίζεις. Φίλησέ με.»

«-Σ’ αγαπώ»...

θα χορέψεις μαζί μου-;-

Κοίτα-!-
έχω κλειδώσει
τις σκιές
έξω απ' την κάμαρη

Έχω κλειδώσει και
τα κλειδιά
Τις σκιές τους
τις έκαψα
...παραδομένες στην πυρά

Άφησα έξω
ουρανό να
στάζει δάκρυα -
της νύχτας
τα σκοτάδια

Ξεφύλλισα
το θόλο μας
κι έσπειρα
στις σελίδες του
αστέρια και φεγγάρια

Έχουμε ήχο -
τη βροχή που
στάζει απ'
τα μάτια μου

Θα γονατίσω
να φτάσω
τ' ακροδάχτυλα
των ποδιών σου -
ένα φιλί ν' αφήσω
δικό σου θεμέλιο..

Ζύμωσα χώμα
κι έφτιαξα γιορτή
εκεί που
γλίστραγε η άμμος
και βούλιαζε
στο κύμα

Πριν
είχα αδειάσει
τα κουρέλια
του κόσμου μας -
τα γκρέμισα και
γυρισμό δεν έχουν

Κοίτα
εγώ δεν είμαι ποιητής
να καρφωθώ στα ξύλα
και να συλλαβίζομε..
στροβιλίζομαι
με τις φλόγες
και τον άνεμο

Να γκρεμίσω θέλω
και να χτίσω

Γι αυτό σου λέω
λοιπόν...
χορεύεις μαζί μου-;-

Κι ο τρόμος έπνιξε την Άννα…

Απόνα ρολόι – σκιά των ωρών

με βλαμμένους λεπτοδείχτες

που σμίγουν τους χρόνους όλους

και τις εποχές

και μια Στιγμή φτιάχνουν σακάτισσα

στο απροσδιόριστο

των αιώνων

««Μέσα στις φλέβες μου, χλιμιντρίζουν άγρια άλογα. «Μείνε κοντά μου!. Όχι, μη μ’ ακούς προχώρα. Φύγε χωρίς να κοιτάζεις πίσω. Μόνο να θυμάσαι. Ή, μη θυμάσαι γιατί θα πονάς. Προχώρα!» Το όνειρο προχώρησε μαζί με την άνοιξη. Τι ζήσαμε; Πόσο ζήσαμε; Κανείς δεν ξέρει. «Μη μιλάς. Μη μιλάς». «Μίλα μου, θέλω ν’ ακούω τη φωνή σου»».

Πώς ματώνει το κορμί

Και το μυαλό…

πώς βουλιάζει στα σκοτάδια!..

Κι οι Σειρήνες

είναι μάγισσες ανελέητες…

Οι Σειρήνες καλούν πάντα

ανελέητα κι ύπουλα

βαλσαμώνουν το όνειρο

σπάνε τα κρανία

εξουσιάζουν την ορμή

χαλάνε το σύμπαν

για μια μπουκιά ψυχή…

Κι ένας θεός ανθρώπινος

διεστραμμένος

μαχαίρια πετά

και σκίζει τους ορίζοντες του νου

Κομμάτια ανθρώπινα

διαμελισμένα σώματα

υπάρξεις αλαλάζουσες

στο παζάρι το μεγάλο

της ζωής..

Πώς παλιώνουν τα μάτια

μέσα στα δευτερόλεπτα

μέσα στα καπνισμένα ταβερνεία

στα πορνεία των κόσμων..

«Όλα τα παλιά αγοράζωωωωωωω! Όλα τα παλιάααα!»

«Όλα τα παλιά αγοράζωωωωωω! Όλα τα παλιά!!!!!!!!»

Μια διαδήλωση ονείρων..

Διαδηλώνουν οι ιστοί του νου μας

Διαδηλώνει το μεδούλι μας

Επέστρεψέ μου να σ’ αγαπώ…

πριν θρυμματίσει η ηχορύπανση

τα όμορφα χείλη μας

εκεί

που πίνουν τη φουρτούνα της θάλασσας

για να ψελλίσουν άσματα έρωτα

Πρόστυχη πόλη η θάλασσα –

νεκροταφείο ταξιδιών

από χρόνους αρχής

και τέλους

επέτρεψέ μου να σ’ αγαπώ…

Σου έχω μιλήσει για την αρχή και το τέλος-;-

Κοίτα τα χέρια μου,

τις γραμμές μου δες

τα τάρταρα δες

και

τις ρίμες

στο χάος των ανθρώπων..

Χορευτές – μαύρα πουλιά σε ομιχλώδη σκηνή. Μουγκρητό από παλιό αυτοκίνητο. Τα πουλιά σκοτώνονται ένα-ένα. Σιωπή. Χορευτές νεκροί με πολύχρωμα πρόσωπα. Κοκαλιάρικα χέρια που ικετεύουν για επιείκεια. Πόρνες, νταβατζήδες στα τάρταρα…

Παντού γρυλίζουν σκυλιά

Παντού μυρίζει σάπιο κρέας

Παντού μια ανάμνηση το όνειρο

Τα περβόλια

Τα κορίτσια άργησαν

Τα αγόρια αργούν

Κι οι χειροπέδες

Παντού χειροπέδες

ακόμα και στα βλέμματα

Γι’ αυτό σου λέω: Επέτρεψέ μου να σ’ αγαπώ..

Πες μου-!-

Έχουν φύλο τα βλέμματα-;-

Έχουνε φύλο οι καρδιές-;-

Οι μουσικές-;-

Έχουνε φύλο οι …χειροπέδες-;-

Τροχοπέδη αισθήσεων

γι’ αυτό παύουν τα ποιήματα

Ψέματα είναι οι ποιητές

Ψέματα κι οι αναμνήσεις των στίχων

Ρήμαξαν μέχρι κι οι θύμησες

Γλιστρούν τα μνημόσυνα

σε γλίτσα λεωφόρων

εκεί που βιάστηκαν τα πουλιά…

Σκοτώνονται ένα –ένα τα πουλιά…

Έξω απ’ τα πορνεία η δίψα,

μέσα η … απάτη…

Κι ένα φως

δηλώνει χάραμα

γιατί

χωράει στις χαραμάδες το φως

στις ρωγμές

των σάπιων τοίχων μας

Θεέ μου!..

Ένα φως γλύφει ρωγμές!

Ένα παγκάκι κι απάνω καθισμένος ο μικρός βιολιστής παίζει μια μονάχη μελωδία. Ο Ορφέας ξαπλωμένος κάτω μπροστά στα πόδια του, το πάτωμα - γη. Χορεύει η Άννα γύρω από το παγκάκι και τον Ορφέα. Δηλώνει μοναξιά ο χορός της. Εκείνο που ξεχωρίζει ένα βραχιόλι στο μπράτσο της.

Τι καιρός κι αυτός Θεέ μου!

Άνισες μάχες με παλλόμενα πνεύματα. Ανισόπεδοι κόμβοι. Λατρείες πανάρχαιες. Πόσο με τσούζουν τα μάτια μου! Εγώ γεύτηκα τη δίψα του Σύμπαντος, ενώ το σύμπαν πετροβολούσε με πείσμα τη φιγούρα μου χαραγμένη στην εξώπορτα κάποιου κτιρίου προς κατεδάφιση. Άδειασαν οι χρόνοι και στο κενό ψάχνουν να βρουν το παρελθόν τους.

Πώς μας χωρίζουν οι θύμησες-;-

Πώς μας χωρίζουν οι θύμησες-;-

Οι θύμησες, πώς μας χωρίζουν-;-

Έχουν φύλο οι θύμησες-;-

…….

Πώς μας τελειώνουν οι θύμησες-;-

Το πρώτο χέρι που μας έπιασε

πώς μας αδειάζει την πληρότητα όλη;

Ένα ματσάκι ανεμώνες, είναι ίσως στη δροσιά του δειλινού, η συνέχεια της ζωής. Ο «μικρός αλητάκος» που κούρνιαζε τις νύχτες στο παρκάκι, ακουμπούσε στο στήθος της μάνας γης κι ονειρευόταν φεγγάρια. Μπορεί κάποτε να σκέφτηκε να γίνει...αστροναύτης. Μπορεί κάποτε να χάραξε μια πορεία. Υπάρχει όμως κι άνεμος και καταιγίδα και κεραυνοί.

Ονειρεύεται το Όναρ;

Ονειρεύεται το Όναρ;

Έχει φύλο το όνειρο;

«-Ε, ψαράδες πάρτε με μαζί σας! Πάρτε με μαζί σας ψαράδες. Θα ξεμπλέκω τα δίχτυα σας να είναι έτοιμα από πριν σουρουπώσει. Θα καθαρίζω την ψαρόβαρκα και με το πρώτο αστέρι που θα δω και με τον πρώτο κουρνιαχτό θα σας περιμένω. Με μια φυσαρμόνικα στο στόμα θα ξελογιάζω τις γοργόνες. Θα πλανεύω τα δελφίνια να σας κρατούν συντροφιά. Ε, ψαράδες πάρτε με μαζί σας! Ότι αξίζει στη ζωή είναι μια αγάπη, μια χούφτα νότες και μια χύτρα που σιγοβράζει τον επιούσιο πάνω στη φωτιά που άναψε μια καλόκαρδη μάνα. Πάρτε με μαζί σας ψαράδες».

Ονειρεύεται ο Ορφέας…

Διαβαίνουν στο προσκήνιο χορευτές

Ένα κενό τελάρο αγέννητου ζωγράφου

χέρια αλλάζει

Το ουδέτερο έχει σχέση με το κενό;

Έχει φύλο το κενό;

Και το ουδέτερο πώς ξεστομίζεται

μέσα σ’ έναν οργασμό χρωμάτων

στη μεγάλη παλέτα του Παιδιού

εκεί

που τα πινέλα αρπάζουν φωτιά

Εκεί

που τα δάχτυλα φλέγονται

καθώς μεταφέρουν τα καβαλέτα

στις αποθήκες τις κρυφές

στου ύπνου τα κύματα

και βάφονται τα τείχη

με δάκρυα και αίμα

Έχουν χρώμα τα δάκρυα;

Κι η άρνηση της έκρηξης

Για μιας στέγης τη χάρη

Για μια μπουκιά ψωμί

Μετρημένη μπουκιά της αφόδευσης

Χειροπέδες! Χειροπέδες παντού!

Κι ο Θάνατος παραμονεύει – σκιά μας

Στα κρανία μας ο Θάνατος

πριονίζει το φως του μυαλού…

Κι όμως το φως

χύνεται

μέσα στις ρωγμές,

στις επτασφράγιστες κάμαρές μας

Αναλαμπές παρασκηνίων

προϊστορικών ημερών

Με τα πρωτόγονα χαμόγελα

Με τα πρωτόγονα σκίτσα των ταξιδιών

Ν’ ανακαλύψω τόπους

σημαία να στήσω το κορμί μου

με του φιλιού μου

την πυγμή

Τις περισσότερες φορές

Οι άνθρωποι δε συναντιόνται

Σε διαγώνιες πορείες και

αντίθετες φορές βαδίζουν

Κι ούτε χαμογελούν

Και ξεφεύγουν τα χέρια ακανόνιστα

Και μόνο σα θεριά μουγκρίζουν

Τα βράδια που κοιμούνται –

να ξαναγεννηθούν θέλουν

Μα τι βροχή!

Λερώνονται τα τζάμια!

Λερώνει η βροχή τα τζάμια-;-

Κι η αναγέννηση!

Πως τάχα μου έχει όραμα!…

Έχει φύλο η αναγέννηση-;-

Και τ’ όραμα-;-

Έχει φύλο το όραμα-;-

Και το ανάθεμα! Κι η κατάρα της Στιγμής! Κι η ντροπή!

Ποιος κόσμος ονομάτισε το όραμα ντροπή-;-

Ποιος κόσμος έχτισε περιθώριο στους στίχους-;-

Κι εδώ…

Θα μπορούσα
να σκοντάψω
στου "μπαρ το ναυάγιο"
τους κόκκινους τοίχους
Να κατρακυλήσω
βαμμένες σκιές -
νωπά τα αίματά μου -
μετά το πέρας
των συναυλιών

Θα μπορούσα
με τα νύχια
να σκίσω
τα φώτα όλα
κι οι θαμώνες
πιο εύκολα να γλιστρήσουν -
παθιασμένοι εραστές -
στα μπλουζ
των φαντασιώσεών τους -
στις γυναίκες
που δέχτηκαν
να παραμορφώσουν
τα είδωλά τους -
στις γεύσεις
των χειλιών
με κραγιόν διαρκείας
και φωσφορίζουσες ορμές -

Σταχτοδοχείο
θα μπορούσα
να διατηρήσω
την καρδιά μου
Να σβήσουν
κι άλλα τσιγάρα
και κουτσά αινίγματα
τη σάρκα μου
να κάψουν

Θα μπορούσα
μα δίψασα γλυπτό
τυχαίας ανακάλυψης

Μέσα
σε οπές μυστηρίου του
ανίχνευσα φεγγάρια
με οσμή πυροτεχνήματος

Και πήρα να σκίζω
νερά πελαγίσια
Καΐκια οι παλάμες μου
κι οι αισθήσεις κωπηλάτες

Κι είναι
που πάντα
τις νύχτες
συναντώ τον άγιο
ξενυχτισμένο

Και το γλυπτό μου
στα σκαλοπάτια της φωτιάς

Φιλιά φορτωμένο
το προαύλιο των παθών

Παραδίνομαι

Με φτερά κομμένα…

Εξουθενώσαµε τα χέρια µας

αρνούµενοι ζωή

πειρατικά διαρρηγνύοντας νύχτες

της θάλασσας τα μυστικά –

ßιαστές των µουγκρητών της

στ’ αγκάλιασµά της µε τη ßροχή

Και αποστεώσαµε τις πτήσεις των ανθρώπων

ανάπηροι φυγής

απ’ τα κελιά των σελίδων µας.

«Στον ύπνο μας έπιασαν, μάνα»

«Μη γελάς, μη γελάς… Να έχεις μια σίγουρη δουλειά! Μη γελάς! Ο πατέρας δε θέλει. Φοβάται ο πατέρας να γελάς».

«Στον ύπνο μας έπιασαν μάνα!»

«Όμως ο πατέρας ξέρει! Λέει, ξέρει ο Πατέρας… Λέει ξέρει… Μη μιλάς! Μη γελάς. Εκείνος δε γέλασε ποτέ!»

Κι ένας χορός τραγικός

Γύρω από ένα τραγικό μεσημεριάτικο δείπνο..

Αγέλαστο

Μόνο η βροχή, μόνο η βροχή και τα μαχαιροπήρουνα

να σφάζουν τις γλώσσες..

Αγέλαστος και σκοτεινός ο χορός

Σκίζουν τον αέρα πόνου κραυγές

Μια ζωστήρα σφυρίζει

Και πνιχτό σκοτάδι

Σκοτάδι παντού..

Κι ο βιασμός του κορμιού και της ψυχής

Τα μυαλά τρέχουν στο πάτωμα

Έχει φύλο το κορμί. Έχει φιλί το κορμί. Έχει δάκρυα το κορμί. Έχει ψυχή το κορμί..

Η ψυχή-;-

Έχει φύλο η ψυχή-;-

Το αυθαίρετο άγγιγμα της σάρκας και της ύπαρξης ολόκληρης

αποκληρώνεται από τον κόσμο

και στιγματίζεται η πνοή

αλκοολική είναι και καπνισμένη

Πόρνη η πνοή στις πιάτσες του καημού…

την ώρα που…ένα βιολί τρεμοπαίζει και ριγά

στα στερεώματα της νύχτας

«Τις ώρες! Σκέψου τις ώρες Ορφέα! Είσαι ένας ποιητής Ορφέα! Είσαι ένας καλλιτέχνης, Ορφέα! Το αστέρι σου πρόσεχε βαθιά μεσ’ στην καρδιά σου! Κι αν δεν έγινες ζωγράφος, ζωγραφίζεις με τις λέξεις σου σε λευκό χαρτί. Στους τοίχους των λευκών κελιών.

Τις ώρες νάχεις στο μυαλό σου».

«Τις ώρες, ναι! Τώρα, προσπαθώ να μπω στη γιορτή, οι ώρες όμως μου κλείνουν την πόρτα».

«Τις ώρες, τις ώρες, τις ώρες, Ορφέα!!!…»

Σε μια σονάτα μέσα του φεγγαρόφωτου…οι σελίδες δεν μπορούν να αργούν…φλέγονται: «Η ενδιάμεση απόκλιση των χρωμάτων»…Υπάρχει κι αυτή, η λησμονημένη, η παραποιημένη, η στιγματισμένη απόκλιση των χρωμάτων…

Ενώ ο όχλος ανατέλλει το φεγγάρι τσακισμένο…σ’ ένα χορό μέσα της έξαλλης Σαλώμης:

«Πότε θα κελαηδήσουν τα πουλιά Άννα;

Κι οι παπαρούνες σ’ άσπρο χαλί θέλω να γεννήσουν το χαμόγελο.

Εκεί, στο σκαλοπάτι της σιωπής, που σ’ ερωτεύτηκα ζωή, η Σαλώμη χόρεψε τον ύστατο χορό της.

Κι ύστερα, ζήτησε ν’ αφανιστεί το σύμπαν.

Κι επειδή οι θεατές της είχαν ξελογιαστεί, μαχαίρωσαν το όνειρο.

Και σα για να ξεπλύνουν τα κουρέλια τους, έχτισαν πέτρινους τάφους κι έθαψαν πλουσιοπάροχα τα σκόρπια μέλη του αέρινου ψίθυρου, το βράδυ, στο δάσος. Κι η Σαλώμη ξεψύχησε…»

Κι ο τόπος ρημάζει.

Κι ο ουρανός μουγκρίζει

Κι οι κεραυνοί ουρλιάζουν στα πέρατα

Κι η τρέλα!!!!!!!!!!!!

Κι η μανία!!!!!!!!!

Κι οι ώρες! Πώς να προλάβεις τις ώρες, μου λες;

Μαστιγώνεται το όνειρο

Μαστιγώνονται τα πουλιά

Κι οι ψυχές βογκούν!!! Βογκούν οι ψυχές … μαστιγώνονται, σε μαύρο φόντο, μ’ ένα κάτασπρο φως πάνου απ’ τα κεφάλια τους, με ψυχικές ιώσεις να καταπίνουν τη σιδερόφραχτη απομόνωση…

«Είχε ουρλιάξει ο Ορφέας το πρώτο βράδυ της απομόνωσης. Στάθηκε στο σκαλοπάτι της οργής και ζάρωσε τ’ ατσάλινο βάραθρο της ξεπεσμένης πολιτείας. Μετά καμώθηκε τον κοιμισμένο για ν’ αφεθεί στην έρμη ερημιά του, πιο βαθιά να κυλήσει το μαχαίρι στην ψυχή του. Να την ανοίξει στα δυο για να φανεί το ρυάκι της αληθινής του ζωής.

Σε προσωπικές στιγμές φτάνουμε στο τέρμα του βυθού μας κι αποσβολωμένα τα βλέμματα των γύρω μας παραπαίουν.

-Βρήκες Μιχαήλ τα κλειδιά του Παραδείσου;

Τινάζουν τώρα τα πουλιά τα φτερά τους και η σελήνη συνάμα έχει γιορτή.

Ο νους θολώνει στα πέλαγα. Κάποια γοργόνα θα ξενυχτίσει στο προσκέφαλο του αντάρτη των νερών. Και ρίγησε εσύ βιολί, απόψε, που γιορτάζει το φεγγάρι!..».

«Βρήκες Μιχαήλ τα κλειδιά του Παραδείσου;»

Διαβαίνει ο βιολιστής την Πόρτα του Παραδείσου

Πάντα οι μουσικές αγγίζουν του παράδεισους

με το κλειδί του σολ, αντικλείδι επισκέψεων

στον τόπο των περιβολιών

Βραδιάτικη η σκηνή

μ’ ένα νωθρό κιτρινιάρικο φως

το ρολόι να δείχνει –

μην αποξεχαστείς..

μην απολησμονήσω..

Με τους ηλίθιους λεπτοδείχτες -

βλαβερές ουσίες περιπετειών μοναδικών

“Χλωμή μου φαντασία, τώρα λειώνω”…

Κι ο Ορφέας κάνει τα πρώτα του φτερουγίσματα…

«Πήγα μέχρι τη σελήνη και μέθυσα πίνοντας γουλιά γουλιά τα χρώματα που ΄χυναν τ’ αστέρια. Ένα παραλήρημα χρωμάτων που σε παίρνει και χάνεσαι πετώντας στο άπειρο. Ελεύθεροι παπαγάλοι συνάντησαν το βλέμμα μου κι έβαλαν τα θεμέλια του δικού μου κόσμου. Εκεί που η λέξη άγριος δεν υπάρχει στα λεξικά. Σ’ εκείνον το δικό μου κόσμο ελεύθερα κι όχι άγρια τα πουλιά φτερουγίζουν ανεξάντλητα στην περιφέρεια του χρόνου. Κάθε που φτάνουν σ’αυτό το αόρατο σημείο της ένωσης του άπειρου παρελθόντος με το άπειρο μέλλον γεννούν τη φαντασία που καλπάζει σ’ ιπτάμενα ακατέργαστα επίπεδα. Γεννούν τη Μεγάλη Ιδέα της Λύτρωσης, την αετόμορφη κι εκεί όλες οι θάλασσες αναρριγούν.

Εγώ είχα πάντα μια επιτυχία αποθηκευμένη στην καρδιά μου, αφού διάνυσα αιώνες χιλιομετρικές αποστάσεις που δε χωρά ο νους τ’ ανθρώπου, για να φτάσω εδώ. Εδώ που τελειώνει το αύριο κι η φράση: Καλή αντάμωση, έχει πια αποκτήσει τη σωστή της σημασία.

Καλή αντάμωση γλυκειά μου, πονεμένη μου μάνα. Καλή αντάμωση φτωχιέ, τυρρανισμένε μου πατέρα. Καλή αντάμωση αδερφή, που πάντα έχανες το δρόμο κι ας είχαμε διαβάσει ένα εκατομμύριο φορές (όπως έλεγες) τον Κοντορεβυθούλη. Καλή αντάμωση καλέ μου φίλε Μιχαήλ. Άνναααα! Κοίτα πετωωώ! Καλή αντάμωση μεγάλη μου αγάπη!»

Μια γοργόνα ξαπλώνει στο φτερούγισμα

Μόνο αυτή μπορεί ν’ αγγίξει τα φτερά…

Και να συνομιλήσει με τον καπετάνιο των πλεύσεων:

«Η πυξίδα του καραβιού γλίστρησε απ’ τα χέρια του καπετάνιου την ώρα που η γοργόνα χτύπησε με μανία την πρύμνη με την ψαρίσια ουρά της».

«-Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;» ρωτά με αγωνία. Κι ο καπετάνιος «-Πέθανε κυρά μου», της απαντά.

«Αν δεις ένα καράβι μεσοπέλαγα με τσακισμένη πρύμνη άντε να σύρεις μοιρολόι. Τ’ άστρο του Βορά χάθηκε μέσα σε μια ρεαλιστική απάντηση».

«Προσπαθεί πάντα το φως να βρει διέξοδο. Απ’ τα υπόγεια τούνελ που κλείστηκε με τη συναίνεση του λόγω αδυναμίας, ψάχνει τώρα να βρει τρόπο διαφυγής. Όχι μόνο να ουρλιάξει. Όσο δυνατά και να φωνάξει δεν θα ακουστεί. Κανένας δε θα τ’ ακούσει. Κανένα μάτι δε θα το δει. Τώρα πια ούτε τα παιδιά δε θα μπορέσουν να δουν και ν’ ακούσουν. Γιατί δηλητηριάστηκε το αίμα τους. Καχεκτικά παιδιά μέσα στην κατανάλωση χημικών προϊόντων, με δυο οπτικές κεραίες στις θέσεις των ματιών για να μπορούν να βλέπουν είκοσι πέντε ώρες το εικοσιτετράωρο τηλεόραση και με τ’ ακουστικά βιδωμένα στ’ αυτιά τους για να μπορούν δεκατρείς μήνες το χρόνο να ακούνε γαυγίσματα περαστικών “κοπρόσκυλων”. Έτσι τα παιδιά μόνο γυαλιά καρφιά τα κάνουν με αλυσίδες στα γήπεδα και στις πλατείες. Κι αν από κάπου κάποιο παιδί ξεγλίστρησε του στέλνουν τα ναρκωτικά για να υπνοβατήσει λίγο κι ύστερα να το διαγράψουν απ’ τον κατάλογο των αυριανών πολιτών. Παιδιά ξεδοντιασμένα, κοκαλιάρικα που φτύνουν πίσσα κι αίμα πως θα μπορέσουν να λευτερώσουν το φως;

…Κατάρα βαριά.

…Μόνο τα πουλιά, μόνο τα πουλιά…

Κι εγώ γράφω μέσα στην τρέλα μου και μιλώ για τη μικρή αδιαμφισβήτητα κόκκινη τελεία που υπάρχει στο στήθος του καθενός.

Για να πετύχεις, φίλε, οι λέξεις σου πρέπει να είναι διαχρονικές. Τα μολύβια σου να βαδίζουν το νου στα πάντα. Τα μολύβια μου τέλεψαν. Μόνο ο νους μου σαλεύει, αργά κοσκινίζοντας τις στάχτες από καμένα κόκαλα.

Μέσα σε τύψεις τραντάζεται η ηρεμία του αίματος μου. Χρόνια που άδειασαν μέσα σ’ ένα παραλήρημα θλίψης κι υστερίας»…

«Κάθε βράδυ, Άννα, αδειάζω τις φλέβες μου πάνω στο σεντόνι και το κρύβω κάτω απ’ το μαξιλάρι μου, για να σε βρίσκω στα όνειρα κάτω απ’ το φεγγάρι.

Κι η ψυχή, όταν νυχτώνει, ανοίγεται και ζευγαρώνει με τη λύτρωση.

Γιατί οι μέρες πάντα κάνουν να χάνουμε το δρόμο μας.

Στα σκοτεινά ανταμώνουμε αγάπη μου, στα σκοτεινά…

Στα σκοτεινά περπάτησα, ψάχνοντας με τα χέρια να βρω το παράθυρο της άδειας κάμαρας. Δεν το βρήκα ποτέ.

Δεν το βρήκα ποτέ!…»

Ένας σταυρωμένος Ορφέας ματώνει τη φύση

Ένας σταυρωμένος Ορφέας ματώνει τη σκηνή

Κι οι δυο ληστές στα δεξά κι αριστερά του

γονατίζουν κι οδύρονται

Κι εκεί ο Άνθρωπος-

π’ Ορφέα ονομάτισα-

μιλά μες στο κενό του

«Εκεί πάνω στο νεκρικό λοφάκι βλέπω ήδη το σταυρό μου μπηγμένο στη γη. Με περιμένει. Με περιμένει από πριν. Πριν από μένα για μένα. Ένας νεκρός, δυο οι νεκροί… Με περιμένει ο σταυρός μου. Κι αυτό το βαρύ φορτίο που κουβαλώ στη ράχη μου μια ζωή τι είναι; Δεν είναι ο σταυρός; Χα, χα, μας παραπλανούν μερικές φορές οι ποιητές. Είναι μωρέ, ο άλλος μου εαυτός. Ο σιαμαίος. Αυτόν κουβαλώ τόσα χρόνια στην πλάτη μου. Αυτός με βαραίνει και τσακίζει το διάβα μου. Αυτός ο κολλητός μου. Σε λυπάμαι αδερφέ σιαμαίε! Σε λυπάμαι γιατί χωρίς να φταις θα σταυρωθείς μαζί μου. Θα σταυρωθείς χωρίς να μπορείς να κοιτάξεις τους δήμιους στα μάτια αφού είμαστε κολλημένοι πλάτη με πλάτη. Εγώ θα τους κοιτώ χλευαστικά. Εγώ θα φωνάξω: Ηλί, Ηλί λαμά σαβαχθανί. Εγώ θα συνομιλήσω με τους δυο ληστές που θα βρίσκονται στα αριστερά και στα δεξιά μου. Εγώ θα σιγοψυθιρίσω το Τετέλεσθαι λίγο πριν γίνει ο κατακλυσμός. Εμένα θα περιμένει η καλόκαρδη μάνα με τη χύτρα να σιγοβράζει πάνω στη φωτιά. Εσύ, σε λυπάμαι κολλητέ μου, σιαμαίε αδερφέ εσύ θα βλέπεις μόνο τον βαρύ ξύλινο σταυρό μας και με δυσκολία θα σηκώνεις το κεφάλι για να διαβάσεις τι γράφει η πινακίδα που κάρφωσαν πάνω του. Κι η πινακίδα αυτή σου ανήκει. Αφού πεθαίνοντας, εκεί θα είναι καρφωμένο το βλέμμα το δικό σου. Θα σε ακούω βέβαια να κλαις από ντροπή. Μπορεί και να σε ρωτήσω τι γράφει, αν και δεν χρειάζεται, γιατί εγώ είδα πριν από σένα για σένα πως σε ονομάτισε η ιστορία. Η αρχόντισσα κυρά με τα πλουμιστά στολίδια της. Όμως μπορεί να σε ρωτήσω, έτσι για μια τελευταία κουβέντα μαζί σου, γιατί σ’ αγάπησα βρε αδερφέ. Σ’ αγάπησα μέσα απ’ τη συνήθεια του σιαμαίου μας διδύμου. Φτωχέ, κολλητέ μου αδερφέ, που η μοίρα σου ΄ταξε να φυλάττεις πάντα τα νώτα της τερατώδους σάρκας μας κι εμένα μου ΄ταξε να μεταφράζω το θρόισμα τ’ ανέμου και των αστεριών το παιχνίδισμα πάνω στα λαχταριστά στήθια του πλανήτη μας, διαλέγοντας λεωφόρους και μονοπάτια για να φτάσουμε εδώ λίγο πριν νυχτώσει. Κι επειδή, ναι, σ’ αγάπησα πολύ, θα ζητήσω απ’ τη μάνα να σκουπίσει τον ιδρώτα της τελευταίας επιθανάτιας αγωνίας σου και θα ζητήσω απ’ τον άνεμο να σου χαρίσει έν’ άρωμα φερμένο από περιβόλια λουλουδιασμένα.»

Πώς θάταν τάχα μου ο σταυρωμένος δίχως τους ληστές του;

-Ένα κορίτσι αγέρωχο στο γύρω του θριάμβου!

Εκείνη κι ή Άννα! Η Άννα κι εκείνη

«Πάμε Άννα;»

«Πάμε παιδί μου»

(θεατρική παρουσίαση του ποιητικού αφηγήματός μου, "ο δραπέτης", που έχω ήδη καταθέσει σε τούτη τη γωνιά..

Η αφήγηση έχει ήδη ηχογραφηθεί από τον ηθοποιό, Χρίστο Τσάγκα)

Το καταθέτω στο χώρο μας, το logoclub, με βαθιά εκτίμηση!

Παράλληλα, προσθέτω, ότι δεν υπάρχουν ποιητές, μόνο Ποίηση με Ιερείς και Ιέρειες, μύστες και μυημένους..

Ευχαριστώ πολύ!

Πατεράκη Ευαγγελία

Editor review

ο δραπέτης/θεατρικό χορόδραμα

Συγκλονιστικό ! Σύνθεση, και απλότης, πολυσύνθεση, ωμή ζωντάνια, απλός ρεαλισμός στα γήινα στρώματα και κεντημένος σύνθετος ψυχογραφικός λόγος πλεγμένος με ίνες ψυχής πάλλουσας και ανάσες του απλού φωτός που ρέει απ’ την Υπαρξιακή πηγή του Αιώνα…… Τι τα θες τα λόγια εσύ ? Δεν είναι για σένα αυτές οι ξύλινες λερωμένες γήινες καπλαντοβελόνες που χρησιμοποιούνται για ήχους ψεύτικους και ξεφτισμένους, αλλοιωμένους στο φρέαρ της αγνωσιάς και της πολυδαίδαλης λανθασμένης λήθης του πρωτογενούς Συμπαντικού Σφάλματος…….

Κάπου διάβασα……. " «Φυσικά εκείνος δε με λυπόταν. Εκείνος, ο αρχάγγελος, ο Μιχαήλ. Εκείνος ήξερε πως η κατάντια μου δεν ήταν δική μου. Μια ξένη προσωπίδα μου φόρεσαν και μ’ έδειξαν με το δάχτυλο στα ψεύτικα δικαστήριά τους και με διέσυραν και με καταδίκασαν και μ’ απομόνωσαν. Εκείνος μόνο μπόρεσε να ξεχωρίσει πως το δάκρυ που είχε ξεπεταχτεί απ’ το αριστερό μου μάτι και είχε σταθεί στο μάγουλο, δεν ήταν το τελευταίο, του θανάτου το δάκρυ. Ήταν που μου στερούσαν και το περιθώριο. » " !!!! Νάξερες…….. ίσως όμως……… Επιφυλάσσομαι να επανέλθω σε αυτό το σημείο στο μέλλον………
Μπορεί σε αυτό το σχόλιο τα λόγια μου για κάποιον αναγνώστη να είναι δυσνόητα και ίσως παράξενα…….. δεν πειράζει….. το σχόλιο άλλωστε δεν απευθύνεται σε κανέναν άλλο παρά στην Προμηθέα Πυρφόρο……… και αντί για οποιαδήποτε Συγχαρητήρια και τέτοια……. Ένα απλό και ζωντανό ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ !................



**************************************************************************************************
Ω, Καπετάνιε Καπετάνιε μου!... Τούτο μονάχα θα Σου πω: Είμαστε ακόμη ζωντανοί και πυρ φέρουμε! Για την ανάδειξη του Ανθρώπου που του στερούν και το περιθώριο.. Κι αυτός εδώ ο χώρος, είναι ιερός, αφού φυλά, σαλπίσματα ψυχών!.. Σε φιλώ Καπετάνιε μου! - Ευαγγελία

Αξιολόγηση:
 
5.0
Reviewed by NikosS
February 25, 2011
View all my reviews
Report this review
 
Last updated: February 26, 2011
 

Κριτικές Χρηστών

Average user rating from: 6 user(s)

 

Αξιολόγηση:
 
5.0
 
 

Ο δραπέτης/θεατρικό χορόδραμα

Με άγγιξε, με ταξίδεψε, ονειρεύτικα, πέταξα, ένιωσα!!!
Υπέροχο και όλα τα λόγια περιττά, γιατί εδω μιλάει το έργο που αγγίζει την καρδιά!


****************************************************************************************************
power..., με τιμούν πολύ τα λόγια Σου! Ευχαριστώ Σε, φίλη! - Ευαγγελία
Reviewed by powerlesspower
February 28, 2011
View all my reviews
Report this review
 
 

ο δραπέτης/θετρικό χορόδραμα

Μικρη μου μελογλωσση, δεν ειναι η γραφη ,εκεινη που σε κανει ποιητρια.
δεν ειναι οι λεξεις εκεινες που ανθοστολιζουν τις σελιδες σου.δεν ειναι καν η πενα που
σκυρταει σαν να την κρατουνε αγγέλοι.
θαρρω πως είναι η αναζήτηση σου στα πελαγα της λογγοτεχνιας και της ποιησης,
θαρρω πως ειναι το γεγονος οτι αποποιήσαι την ταμπέλα του ποιητικου μονοδρομου, και δοκιμαζεις την ψυχη σου σε διαφορετικα καθε φορα μετεριζια.
Αντεχεις τον δρομο, αντεχεις τον κοπο, και το πιο μεγαλοπρεπες.....
αφηνεις σε εμας τους αναγνωστες σου να αποφασισουμε το ειδος εκεινο της ποιησης που αντιπροσωπευεις και δεν το επιβάλλεις δια της παρθενογενεσης. Γι αυτο και μονο εισαι μια απο τις μεγαλυτερες ποιητριες του καιρου σου!!!
και εγω ενας απο τους μεγαλύτερους θαυμαστες του καιρού σου!!!



******************************************************************************************************
Νάσο μου αγαπημένε, δεν είμαι ποιήτρια...Ένας απλός άνθρωπος είμαι, φίλε μου, που τολμώ να πορεύομαι ανυπόδητος, γυμνός από τις πανοπλίες και νηστευτής, για ν' ανταμώσω τη Θεά Ποίηση, μέσα απ' τα δύσβατα τα μονοπάτια στο Ιερό της... Κι αν δεν την ανταμώσω, θα έχω προσπαθήσει τουλάχιστον και, δώρο θα χαρίσω το αίμα μου στους επόμενους Ονειρευτές.. Σ' ευχαριστώ φίλε μου όμορφε! Ευαγγελία
Reviewed by θανασης κρουσταλης
February 27, 2011
View all my reviews
Report this review
 
 

Ο δραπέτης/θεατρικό χορόδραμα

Φοβερό !!!!!!!!
Αν αυτά που διάβασα δεν είναι ποίηση τότε τι είναι ποίηση; ...

Ευαγγελία συγχαρητήρια !!!!!


*************************************************************************************************
Ποιήτριά μου, Βάσω μου, Ποίηση είναι να σταυρώνεσαι κάθε μέρα και ν' ανασταίνεσαι κάθε στιγμή, για να παραμένεις "άνθρωπος στο δρόμο του Ανθρώπου", όπως έχει γράψει ο αγαπημένος μου αδελφός Αντώνης Μυκονιάτης!.. Σ' ευχαριστώ ταπεινά! Ευαγγελία
Reviewed by ΒΑΣΩ ΜΠΡΑΤΑΚΗ
February 27, 2011
View all my reviews
Report this review
 
 

Ο δραπέτης/θεατρικό χορόδραμα

Το έχω κρατήσει για να το μελετήσω Ευαγγελία μου... Εμβληματική γραφή και το ποιητικό της πρόσημο είναι μια αλήθεια μεγαλύτερη κι από την ίδια την ποίηση... Αληθογραφεί η ψυχή σου και ποείς και με την ανάσα σου... όμως... θέλω μελέτη ακόμα! Τα σέβη μου!


***************************************************************************************************
Αντώνη μου, στερεύουν τα λόγια μου, μπροστά στο μεγαλείο Σου!.. Σ' ευχαριστώ, ακριβέ μου αδελφέ! Ευαγγελία
Reviewed by SAILOR
February 27, 2011
View all my reviews
Report this review
 
 

ο δραπέτης / θεατρικό χορόδραμα

Δεν επιτρέπεται το ξέρω. Όμως, "χλωμή μου φαντασια, τώρα λιώνω"!!!!!!!

Σ' ευχαριστώ πολύ!



***************************************************************************************************
Το ....... επιτρέπουμε μόνο και μόνο λόγω Ειδικής/μοναδικής περίπτωσης ! Άλλωστε το κείμενο έχει μπει στο Βήμα, οπότε δεν επηρεάζει σε τίποτα...... Αλήθεια..... σου έχουμε πει ποτέ Συγχαρητήρια για την Μητέρα σου ? Πρέπει όντως να είσαι Πολύ Υπερήφανος Δημήτρη !....

Διαχείριση
Reviewed by Takis D.-M.
February 27, 2011
View all my reviews
Report this review
 
 

Ο δραπέτης/θεατρικό χορόδραμα

Ξέρεις Μάνα, είμαι περήφανος!

Δημήτρης



**********************************************************************************************
««Μέσα στις φλέβες μου, χλιμιντρίζουν άγρια άλογα. «Μείνε κοντά μου!. Όχι, μη μ’ ακούς προχώρα. Φύγε χωρίς να κοιτάζεις πίσω. Μόνο να θυμάσαι. Ή, μη θυμάσαι γιατί θα πονάς. Προχώρα!» Το όνειρο προχώρησε μαζί με την άνοιξη. Τι ζήσαμε; Πόσο ζήσαμε; Κανείς δεν ξέρει. «Μη μιλάς. Μη μιλάς». «Μίλα μου, θέλω ν’ ακούω τη φωνή σου»». Γιε μου, προχώρα μαζί με την Άνοιξη!!!.. Σε φιλώ, εγώ
Reviewed by Takis D.-M.
February 27, 2011
View all my reviews
Report this review
 
 
 
Powered by jReviews

Κριτικές : Advanced Search

Κατηγορία:     Keywords: