Κάποτε σε μια μακρινή σαβάνα της Αφρικής ζούσε ένα μικρό ελεφαντάκι.
Η μητέρα του το έιχε μη βρέξει και μη στάξει. Το ίδιο και το υπόλοιπο κοπάδι.
Μα το Ελεφαντάκι δεν ήταν ικανοποιημένο.
Κάθε μέρα το κοπάδι πήγαινε στον νερόλακκο για να πιεί νερό και να παίξει με τις λάσπες.
"Ελεφαντάκι πρόσεχε!!!" Φώναζε η μητέρα Ελαφαντίνα και μαζί της το υπόλοιπο κοπάδι.
"Ώχου... Μεγάλωσα πια..." θύμωνε εκείνο.
Κάποια μέρα η μάνα του συζήτησε με όλο το κοπάδι
"Είναι αρκετά μεγάλο πια... Ας το αφήσουμε να κάνει αυτό που θέλει..." αποφάσισε η βουλή των ελεφάντων και έτσι έκαναν.
"Από σήμερα μπορείς να πηγαίνεις όπου θέλεις μόνο σου..." του είπε η μαμά Ελεφαντίνα
Το Ελεφαντάκι ενθουσιάστηκε.
"Να προσέχεις όμως τους Λαθροκυνηγούς..."
"Λαθροκυνηγοί και κουραφέξαλα... Καλύτερα να προσέχουν αυτοί με εμένα" μονολογούσε το Ελεφαντάκι καθώς πήγαινε στον νερόλακκο.
Ώσπου έφτασε στον νερόλακκο.
Εκεί ήταν οι ύαινες.
Τις άκουσε που γελούσαν και κάτι το μάγεψε.
"Αυτές ξέρουν να ζήσουν..." σκέφτηκε.
"Όχι σαν εμάς, 6 τόνοι ξενέρωτες αηδίες..."
"Γειά σας..." τους είπε.
"Είμαι το Ελεφαντάκι... Με θέλετε στην παρέα σας;" συνέχισε.
Αυτές γέλασαν.
"Χαχα! Ναι! Έλα...! Χαχα!"
Το Ελεφαντάκι χάρηκε απίστευτα και από εκίνη τηνν μέρα δεν έλειψε στιγμή από την παρέα τους.
"Χαχα! Εδώ πιο κάτω τα λιοντάρια έχουν σκοτώσει ένα γκνού! Πάμε για τα κόκκαλα. Χαχα! Θες να έρθεις Ελεφαντάκι;"
Το Ελεφαντάκι χωρίς να σκεφτεί στιγμή ότι είναι φυτοφάγο τις ακολούθησε.
Οι ύαινες για να το επιβραβεύσουν για την τολμηρή απόφασή του του έδωσαν το καλύτερο κομμάτι απο το πτώμα του γκνου.
Το Ελεφαντάκι το άρπαξε με μιας με την μικρή του προβοσκίδα και άρχισε να το πιπιλάει.
Το πάθος του όμως για ανεξαρτησία δεν το άφηνε να μυρίσει το απεχθές άρωμα της νεκρής σάρκας.
Χαιρόταν που έκανε αυτό που ήθελε.
Ο οργανισμός του όμως δεν μπορούσε να το ανεχτεί.
Το σώμα του άρχισε να γεμίζει πληγές απο τις μολυσμένες τροφές ενω το σώμα του για να αντισταθεί στις νέες του συνήθειες έγινε ανορεξικό.
Κάποια μέρα έτυχε να περνά από εκεί ένας χιμπαντζής.
Το είδε έτσι πληγιασμένο να προσπαθεί να φάει εκείνο το ίδιο, πρώτο κόκκαλο.
"Τι δουλειά έχεις εσύ εδώ;" του είπε.
Το Ελεφαντάκι δεν ασχολήθηκε καν.
Ο χιμπαντζής όμως δεν το έβαλε κάτω.
Συνέχισε να περνάει από εκεί κάθε μέρα.
Άλλες φορές έπιανε το Ελεφαντάκι με το καλό και άλλες φορές προσπαθούσε να το τρομάξει.
"Γύρνα πίσω στο κοπάδι σου..." το συμβούλευε.
Μετά από λίγο καιρό τα κατάφερε.
Κράτησε το Ελεφαντάκι από την προβοσκίδα και το τράβηξε μακριά από το κόκκαλο και τις απαίσιες υαινες.
Του περιποιήθηκε τις μολυσμένες πληγές, του έβαλε νερό να πιέι και το έβαλε να κοιμηθεί.
Το βράδυ το Ελεφαντάκι πεταγόταν τρομαγμένο από τον ύπνο του γιατί στα αυτιά του έρχονταν τα γέλια από τις απαίσιες ύαινες.
Τότε ο χιμπαντζής καθόταν δίπλα του και του μιλούσε ώρες ατελείωτες μόνο και μόνο για να ξεχνά τα μοχθηρά τους γέλια.
Και τότε το Ελεφαντάκι ημέρευε και ξαναβυθιζόταν γαλήνιο στον ύπνο.
Ο χιμπαντζής καθόταν εκεί στο προσκέφαλο του κοιτώντας το να κοιμάται...
Φύλακας - Άγγελος απομακρύνοντας κάθε επίδοξη Υαινα, κάθε επίδοξο Λαθροκυνηγό...
Καλώς ήρθατε
στον Ιστοχώρο του Λογοτεχνικού Club,που δημιουργήθηκε από ανθρώπους που αγαπούν την λογοτεχνία και επιθυμούν να προβάλλουν αυτό το κομμάτι του πολιτισμού μας σε όλον τον κόσμο.
Ελεφαντάκι
0.0 |
Κριτικές Χρηστών
Average user rating from: 2 user(s)
|
|
Ελεφαντάκι
όμορφη ιστορία! και συνειδητά επιλέγω το ροζ!!! Καλή συνέχεια και από μένα.... |
Να σου πω... πάντα χρειάζονται και τα παραμύθια με τα ροζ σύννεφα και δεν χρειάζεται να τσακωνόμαστε γι' αυτό.... Μπράβο σου έχεις τρυφερή πένα και τρυφερή ψυχή..... Καλή συνέχεια. |