♦ Προαναφώνημα φθινοπώρου, όταν έσταξε στη λήγουσα του Αυγούστου η σταγόνα απ’ το μυτερό φύλλο της γαριφαλιάς που σκέπαζε με τα κόκκινα άμφιά της τον ασπρισμένο εξώστη.
♦ Νεφελώματα διάσπαρτα και ένα κρύο διάφανο καταλογίζει στο καλοκαίρι την ενοχή της αμαρτίας. Αποσκευές, βιαστικά υπολείμματα όμορφων περιστατικών, συνωστισμός, δυσαρμονία των επιθυμιών και σκαλωμένες οι καμπύλες της θλίψης στα παιδικά πρόσωπα.♦ Το απροκάλυπτον της καλοκαιρινής πράξεως αντικαθίσταται από το θεώρημα των μικρών βροχών και των υγρών λέξεων. Η εποχή του κρυμμένου λόγου, του ερωτικού σκιρτήματος, του άναρχου χρόνου, της ποίησης.
♦ Οι κλειστές αναμνήσεις κατευθύνονται προς τα υπόγεια των πολυώροφων κτηρίων και στα ερμάρια οι μυρουδιές θα επισυνάψουν στη θύμηση τους μονοσύλλαβους δισταγμούς.
♦ Και μετά η καθημερινότητα με τα τεχνάσματά της να πολυλογεί κατευθύνοντας τις διαδρομές των βημάτων.
♦ Τερτίπια των επιγραφών και συγχωνεύσεις, με το Άλφα να προλογίζει την περιώνυμη σύνθεση. Χάρτινα σημειώματα στα τραπεζάκια των καφενείων, σημαδεμένες ιστορίες, προκαθορισμένες αφηγήσεις, ρητορικά σχήματα μονοπωλιακού χαρακτήρα, παίγνια με τους κύβους να δείχνουν την επιθυμία των επιτήδειων δακτύλων.
♦ Πολυποίκιλη η αφέλεια σκαρφαλώνει στις κλίμακες και αποπροσανατολίζει. Παρουσιαστές καρφωμένοι στα έδρανα απαγγέλλουν τα πρωτοσέλιδα και η προφορά, διδαγμένο ηχοβόλημα, παραφωνεί στη σιωπή του δωματίου.
♦ Επαναλήψεις κουρδισμένες, αδιάφορες τοποθετήσεις συμπλεκτικών συνδέσμων. Υπερτονισμένα γράμματα και θεσμοθετημένη διαδικασία το ψευδολόγημα, ταυτισμένο με το αυτονόητο αγνοεί τις σφαλισμένες εξώθυρες.
♦ Στους αναρτημένους πίνακες η παιδεία στρογγυλοκάθισε στη βάση και άνθρωποι υψίστου κύρους ορίζουν ανερυθρίαστα τους μονοψήφιους αριθμούς των επιλογών τους.
♦ Ευτραπελία πολυσήμαντη και τα τριτόκλιτα ακόμα προσπαθούν να βρουν το χαμένο γένος τους.
♦ Με την αναπνοή τσακισμένη και τον βοριά να ξεσηκώνει τα απόκρυφα. Γειρτά σώματα, κυρτά σχήματα, προετοιμασία επιστροφής στους μονολόγους.
♦ Περιστρέφονται οι σκέψεις και καθηλώνονται τα στιγμιότυπα. Σφιχτές αγκαλιές οι χούφτες κράτησαν λίγη αλμύρα και ένας βράχος γλιστερός στάθηκε στην κόρη.
♦ Ιστορήματα του ακίνητου χρόνου ενώ στην αποβάθρα στοιβαγμένες οι ζωές εγκαταλείπουν την ψευδαίσθηση. Ανακατεμένοι ήχοι, κλάματα μικρά και χέρια να σφίγγουν τον αποχαιρετισμό.
♦ Μελαγχολία και μια μπαρούμα να δένει στην μπίντα. Τινάζονται οι σταλαγματιές κι η πρύμνη αφήνεται στον προβλήτα.
♦ Ένα βλέμμα έχασε τη ρότα του κι άρχισε να τρέχει. Ο καπνός γέμισε την μπούκα και στον φάρο οι μικροί μαζεύτηκαν να προσκυνήσουν. Χέρια υψωμένα, έρωτες αμπαρωμένοι στο κόμπιασμα.
♦ Το πλοίο γύρισε τα πλευρά του και η τσιμινιέρα απάντησε στο νησί την υπόσχεση.
♦ Τα λευκά σπίτια χάθηκαν στην απόσταση και ένα «σ’ αγαπάω με μεγάλη φωνή» σκέπασε τον θόρυβο που ’κανε το φθινόπωρο.
Γιώργος ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ