♦ Στους χρόνους των παλαιοντολογικών συλλογισμών, οι παράγραφοι, αδύναμα ιδεογράμματα, πασχίζουν ματαίως να προσεγγίσουν την αυτονόητη περιγραφή του περιβάλλοντος. Θρασύστομες οι αφηγήσεις επικαλύπτουν την κοινή λογική αφήνοντας την πλατυρρημοσύνη να επιπλέει στην επιφάνεια των ερμηνευμάτων. Η οξύνοια, αγνοούμενη έννοια, παραστρατημένη και ανήμπορη, αναζητά τα σώματα που χάθηκαν μέσα στο παρανοϊκό αυτό σύνθεμα της ανυπαρξίας.
♦ Και οι συνασπισμοί των βαρύγδουπων εκφράσεων, παράφωνοι σχηματισμοί μελλοντικού μορίου, συνεπαρμένοι από τη γοητεία των σκήπτρων, σκοτεινιάζουν τον ορίζοντα, διαψεύδοντας ακόμα κι αυτά τα χαρακτηριστικά της νυκτός. Φράσεις χιλιοειπωμένες, ενδεδυμένες με την ψευδαίσθηση της επαναστάσεως του ονείρου, καθοδηγούν εντέχνως τη διήγηση στην αλλοπρόσαλλη υπόσταση του ακατανόητου.
♦ Πανικόδρομα τα λεξήματα, ποιήματα πρωτοβάθμιας επεξεργασίας, αλαζονικής περιφοράς και εκφοράς, αποπροσανατολίζουν τα σημεία στίξεως, αντικαθιστώντας την πραγματικότητα με την αναγκαία, ένεκα της απελπισίας, οφθαλμοπλανία των καιρών.
♦ Και η ευτραπελία, βαρυσήμαντη και απαστράπτουσα, προγραμματίζει το μέλλον της επικράτειας, ενώ η ευήθεια εκτοξεύει τη ρητορική της σκορπίζοντας τον μορφασμό των αναπάντητων αιτιολογικών συνδέσμων.
♦ Καθημερινές οι ανακοινώσεις των μικρών ονομάτων, αποκαθιστούν πλήρως την καταντημένη περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ενώ η παράνοια, ξεπερνώντας τους στενούς δεσμούς με το λευκό, συναπάντησε ολάκερο το φάσμα του ουράνιου τόξου.
♦ Μελαγχολία στου Ιουνίου τα προλογίσματα, περιμένοντας την ιδιαιτερότητα της καλοκαιρίας. Και το οξύ μωρο παραμονεύει για την αμφισβήτηση, λοιδορώντας τα δεδομένα.
♦ Ερημία. Στις συνοικίες των απελπισμένων, τα όνειρα, πολυτέλεια των γραμμών, δραπέτευσαν πίσω απ’ τα συρματοπλέγματα. Σχηματογραφίες ασπρόμαυρες τα σώματα και τα ηχοβολήματα της χαράς διαλείμματα ολιγόλεπτης ανατροπής, δίνουν στον σαρκασμό την πρωτοκαθεδρία των συναισθημάτων της αντιδράσεως.
♦ Και στις πολιτικές συναθροίσεις, στις πανομοιότυπες τράπεζες, τα ερωτήματα, βρόχινες ψιχάλες, αποφεύγουν τα απαντήματα εξιστορώντας αλλουνού ιερέως τα ευαγγέλια.
♦ Ικέτες της γενικής της ψήφου, τελάληδες της συμφοράς, των ερειπίων δημιουργήματα φωνασκούν ανασείοντας τας χείρας, διασχίζοντας τοιουτοτρόπως την τοποθέτηση του παράλογου χρόνου και αφήνοντας στην κατάληξη την απορία να πρωτοστατεί αποψιλωμένη.
♦ Και στη γενίκευση των παραγράφων εμφανίζονται οι σωτήρες με τα παλαιά και τα καινοφανή αγγέλματα κι οι υποσχέσεις παίρνουν τα μυαλά και δίνουν στο ψευδεπίγραφο τη συνθηματολογία της κρίσεως.
♦ Στην ανορθογραφία της εποχής το προαναφώνημα των θερειγενών ωρών υπογράφει το κόκκινο σημάδι των κρυφών παρατηρημάτων. Μυστικά στα σύννεφα και μεταμφιεσμένες σταγόνες αναπολούν την επανάληψη των αντιθέσεων.
♦ Εκλογή του ημερολογίου η αγιογραφία του καιρού και το επίθετο πρωτείον της συνθέσεως ξορκίζει το αντώνυμον. Πεταμένα γράμματα στολίζουν τα παραμύθια και δυο χέρια πλεγμένα μαζεύουν στο ίδιο κορμί τη νύχτα των μεγάλων φεγγαριών.
♦ Αντιφεγγίσματα οι προσευχές και στους φοβισμένους ήλιους ξέπλεκα τα μαλλιά στραγγίζουν στην καυτή άμμο τους πόθους των στιγμών τους.
♦ Αποτυπώματα ανάγλυφα και ένα ξεχασμένο σημείωμα, η ικεσία της κλητικής χάραξε στα πλευρά της θάλασσας το επιφώνημα.
Γιώργος ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ (Αρθρογράφος ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ)