♦ Στην άκρη των χειλιών, μια σελίδα απ’ το καλοκαίρι πρωτομίλησε στην εξώπορτα το μυστικό της θάλασσας. Στους συνδέσμους των βράχων, το νερό, αφρισμένη προστακτική, γέμισε την εικόνα με τις διπλές γραμμές της γραφής των αισθήσεων. Μικρά κύματα, φωνήεντα μπερδεμένα στα μονοπάτια της πέτρας, στο σύνθεμα των ήχων. Ευφράδεια των στιγμών, όταν η υγρασία φοβερίζει τον ήλιο που στρογγυλοκάθεται στα σημειώματα της στεριάς, στα συνώνυμα των κόλπων, στις ακτές, στις αυτοσχέδιες εκφράσεις των απρόσμενων χρόνων.
♦ Πρώτο δεκαήμερο του αυτοκράτορα των θερμών ημερών. Τα γεγονότα αδιάφορα ίχνη ανακοινώσεων περνούν στην επιφάνεια των γραμμών σαν παλιά βαπόρια άγονης ρότας, αφήνοντας πρόσκαιρα απόνερα μορφασμών, όπως οι φωνές οι αιφνίδιες των ριπαίων ανέμων προκαλούν την εφήμερη αναστάτωση, στην άμμο των ψευδαισθήσεων.
♦ Απόλυτη η παρακμή εκδηλώνεται ακατάφραστα στις μικρές νήσους της πρωτοκλισίας των αυγουστιάτικων αναγνώσεων. Συνάξεις ετεροκλήτου διανοήματος και γραφήματα μοναχικά αγιογραφημένα πίσω απ’ τις απαστράπτουσες οδοντοστοιχίες των προσχημάτων. Ερημαία τα πρόσωπα στο εγκαταλελειμμένο ψηφιδωτό με τα λεξήματα προφάσεις του καιρού να συγκεντρώνουν στις παραγράφους την ασυναρτησία της νύχτας.
♦ Παραγεμισμένοι άρχοντες, φουσκωμένοι ψιττακοί εξωτικών συνοικιών, δανεισμένα υπόλοιπα επικρατούσης απόψεως, ορθογώνια χαρτονομίσματα της καταντημένης γειτονιάς, ηλίθιες αποβάθρες πρωινών απαγγελιών, κατασκευασμένες μαριονέτες πάσης φύσεως, χλωρίδος και πανίδος, γεωγραφίας αποτρόπαιας, προελεύσεως ανεξιχνίαστης ιστοριογραφίας, με χαρακτηριστικά πασίδηλης ευήθειας, τερατώδη ώτα και ρίνες γαμψές, δακτύλων αρπαχτικών και κοιλιακής χώρας απείρου διαστάσεως, κομπορρημονούν ευλογώντας τα χτένια του καλλωπισμού της γενειάδας τους.
♦ Και συνεχίζεται το παιχνίδισμα στις κακοτράχαλες πλαγιές, στα σκαλοπάτια με τους λιθόκτιστους άμβωνες, στη ρητορική του μαΐστρου, όταν ξεπετιέται πίσω απ’ τις κορφές και σέρνεται ανάμεσα στα ασημοπράσινα γειρτά φύλλα της πολύχρονης κληρονομιάς.
♦ Καύμα και στην προετοιμασία του επιλόγου οι πόθοι ταυτίζονται με τη διάθεση των αναπνοών, των εκφορών του λόγου, του αντιδανείου των ταξιδιών.
♦ Ενόχληση! Μια βαρύσωμη νοοτροπία άφησε την επικράτειά της στην αγανάχτηση της ξύλινης ξαπλώστρας. Ένα μικρό ραδιόφωνο και μια στρογγυλή γαβάθα με πλασμένα σφαιρίδια κρέατος. Δυσοσμία αισθητικής καταγωγής, ανακατεμένη με την πανικόδρομη αρωματική εκδήλωση σωληναρίου λευκόχροης εμφανίσεως ηλιακής προστασίας. Και στο αναμάσημα ο ορισμός της μεταφοράς να καθηλώνει τη γραμματική στο εξεικόνισμα.
♦ Ενώ η συναλλαγή βαρυσήμαντη πολιτική πράξη εκμεταλλευόμενη τας θερμάς ημέρας της οφθαλμοπλανίας υπογράφει στο τέλος της παραμυθίας την αιτία όλων των αμαρτημάτων.
♦ Και στους αναστεναγμούς απορημένη η εκπνοή περιορίζεται στον θόρυβο της μακρόσυρτης θλιβερής επαναλήψεως.
♦ Στα δυο μάτια του φεγγαριού το παράπονο έμοιαζε με σπασμένο ρόδι. Το βλέμμα πέρασε πίσω από το ραμμένο κόκκινο, έδωσε στην πρόθεση την επιθυμία και βύζαξε την περίληψη της αναστάτωσης.
♦ Κι η θάλασσα πλάγιασε, αφήνοντας απλωμένα στο χάδι τα τελευταία γράμματα.
Γιώργος ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ (Το Ποντίκι)