η ιστορια που θα διαβασεις, ξεκινα από την γη,
κανει μια γυρα στον αερα κ
ξαναπροσγειωνεται στη γη, εντελως αλλαγμενη.
-Η ιστορια;
Όχι η ιστορια. Οι ιστοριες δεν εχουν σταματημο.
-Τι είναι οι ιστοριες;
Ακους την καρδια που κτυπα. Αυτό είναι οι ιστοριες,
Μια περιγραφη,
Τζιτζικια, μια περιγραφη, τζι, τζι, τζιν,
Ο Κηλαηδονης εκει στη Βουλιαγμενη να τραγουδα. Μια περιγραφη.
-Πολλες λεξεις που χρησιμοποιουμε, όπως για παραδειγμα: ο διαβολος, ο σεϊτάνης, είναι τουρκικες λεξεις.
Τοτε εσυ αμεσως, σηκωθηκες πανω κ μου εδωσες μια μπουνια λεγοντας με:
-Εισαι προδοτης!
Βροντηξες την πορτα του εστιατοριου κ εφυγες.Τρωγαμε μαζι. Μεσα στο ιδιο εστιατοριο υπηρχε κ άλλος κοσμος, δικοι μας κ ξενοι. Όταν λεω δικοι μας εννοω Κυπριοι, κ οι ξενοι, εννοω φυσικα τους τουριστες. Τρωγαμε χαλουμι, σιεφταλιά, κεμπαπ, γύρο κ αλλα ομορφα εδεσματα. Οι συνδαιτυμονες γυρισαν κ με κοιταξαν, μετα συνεχισαν το φαγητο κ την κουβεντα τους.
Οι λεξεις αποδεσμευονται από τα αντικειμενα που εκπροσωπουν,
Κ ανεξαρτηκοποιουνται.
Ανεξαρτησια,
Κ αλληλούπαρξη. Αλληλούπαρξη, είναι μια δικια μου λεξη. Εγω κ συ, κ ότι είναι γυρω μας, δεν υπαρχει μονο του, αλλα αλληλουπάρχει, αλληλοζει, αλληλοαναπνεει, ειμαστε κυτταρα καποιου μεγαλυτερου οργανισμου,
-της γης;
-όχι μονο.
-του ηλιακου συστηματος μας;
-όχι μονο.
-του γαλαξια μας;
-όχι μονο. Προχωρα! Εισαι κοντα.
-του Συμπαντος;
-κοντεψες. Αυτου που υπαρχει κ αυτου που δεν υπαρχει. Ειμαστε μια ενοτητα ολοι μας κ όλα. Ειμαστε το σπιτι μας.
Καθησε! Χαλαρωσε! Ακουω τα τζιτζικια! Είναι Ιουλιος! Καλοκαιρι! Κλεισε τα ματια σου. Τα τζιτζικια ερχονται κ φευγουν κάθε καλοκαιρι. Τι νοημα εχει αυτό; Κανενα απολυτως. Κανενα νοημα, ερχονται κ φευγουν, στο αναμεταξυ διαστημα τραγουδουν.
Κλεισε τα ματια σου! Ακουσε τα τζιτζικια. Τιποτα το μεγαλειωδες, τζι, τζι, τζι, τζι, σε διαφορους τονους κ αποχρωσεις. Ουτε πασαρελα, ουτε προωθηση δισκων, ουτε ατζεντης, ουτε σουξε, ουτε φανφαρες. Απλα τραγουδουν. Τα δεντρα είναι σιωπηλα κ ακουνε τα τζιτζικια που πινουν το χυμο των δεντρων κ τραγουδουν. Υπαρχει μια ιεροτελεστια μεταξυ των δεντρων κ των τζιτζικιων. Μικρος τα κυνηγουσα, μαζι με φιλους κ τα εβαζα μεσα σε γυαλινα βαζακια κ τα εβλεπα μεχρι να πεθανουν. Τωρα βεβαια που μεγαλωσα το μετανοιωσα. Όμως το εκανα, ημουν ενας ανηξερος κακος δραστης. Αργοτερα, που μεγαλωσα, αρχισα να βλεπω τα πραγματα από μια διαφορετικη γωνια. Ισως ο ανθρωπος πρεπει να περασει από πονο-να δινει κ να παιρνει-για να βρει την αληθεια. Μπορει, δεν ξερω.
Τα τζιτζικια.
Ο τζιτζικας κ ο μερμηγκας.
Μια φορα ηταν ένα μυρμηγκι κ ενας τζιτζικι. Το τζιτζικι ολο τραγουδουσε κ τραγουδουσε χωρις σταματημο. Μια μερα ένα μυρμηγκι ανεβαινε ένα κορμο ενός δεντρου κ συναντησε τυχαια τον τζιτζικα. Χαιρετίστηκαν κ μετα το μυρμηγκι του ειπε να πιασει δουλεια, όχι μονο τραγουδι, γιατι πλησιαζει ο χειμωνας κ θα πρεπει να μαζεψει προμηθειες για τον χειμωνα. Το τζιτζικι χαμογελασε κ συνεχισε το τραγουδι,
Αργοτερα εμαθε ότι το τζιτζικι πεθανε από φυσικο θανατο, τελος καλοκαιριου.
Ηλθε ο χειμωνας, υστερα η ανοιξη κ μετα ξανα το καλοκαιρι,
Κ το πρωτο Τζι, κ μετα ένα δευτερο, ένα τριτο τζι.
Τωρα το μυρμηγκι κατι ειχε υποψιαστει, ότι δηλαδη τα τζιτζικια ερχονται κ φευγουν κάθε καλοκαιρι. Πιθανον, λογω του ότι το μυρμηγκι ειχε μουσικο αυτι, η ηταν καλος ανθρωπος, επιασε φιλια με ένα τζιτζικι. Αρχισαν να λενε διαφορες ιστοριες ο ένας στον άλλο. Ο καθενας μιλαγε για τον κοσμο του,
Ο κοσμος του μυρμηγκιου
κ ο κοσμος του τζιτζικιου. Κοσμοι.
Μιλαγαν, κ μετα ξανα το μυρμηγκακι συνεχιζε την δουλεια του. Κ το βραδυ όταν γυριζε στη φωλια του, ακουγε το τζιτζικακι που τραγουδουσε μεχρι αργα το βραδυ. Το τζιτζικακι ηταν το τελευταιο που σταματαγε από ολα τα αλλα. Ένα σουρουπο, όπως το σημερινο, που ειχε φεγγαρι, αφου χαιρετιστηκε με τον φιλο του το τζιτζικι , μετα πηγε στη φωλια του κ από κει ακουγε το φιλο του που τραγουδουσε. Κ ο φιλος του τραγουδουσε για χαρη του μεχρι αργα που το φεγγαρι ηταν ψηλα κ κατά το φεγγαροβασιλεμα σταματησε. Το μυρμηγκι εβλεπε ομορφα ονειρα ακουγοντας το τζιτζικι που τραγουδουσε ολο το βραδυ. Ηταν χαρουμενο κ ετρεξε το επομενο πρωι στο δεντρο να βρει τον φιλο του τον τζιτζικα κ να του πει για τα ομορφα ονειρα που εβλεπε ακουγοντας τον,
Εβλεπε να πετα μαζι του κ ηταν τοσο ομορφο.Να πετας!
Μα δεν τον βρηκε. Δεν ξερω τι εγινε, δεν ηταν εκει. Ενα δακρυ κυλησε από τα ματια του, επεσε πανω σε ένα αγριάγκαθο κ μετα κυλησε στο χωμα,
μια μικρη μπαλιτσα ολο αγαπη.
Χειμωνας, Ανοιξη, Καλοκαιριιιι! Τα τζιτζικια παλι!
Τα τζιτζικια!!!
Το μυρμηγκι συνεχιζε την δουλεια του. Τα τζιτζικια ειχαν ελθει εδώ κ μηνα κ αυτό ηταν τοσο απασχολημενο που δεν τα ακουγε. Ηταν εκει αλλα δεν τα ακουγε. Κ όπως ανεβαινε το δεντρο του φωναξε μια φωνη:
-Φιλε γεια σου. Με θυμασε;
Το μυρμηγκι γυρισε κ τον κοιταξε. Ηταν ο φιλος του, το τζιτζικι.
-Ανεβα πανω μου! Ανεβα πανω μου! Σου χρωστω κατι. Θα σου κανω μια βολτα. Ανεβα πανω μου!
Ανεβηκε κ ενιωσε την εμπειρια του υψους. Συνηθως περπαταμε πανω στη γη κ συνηθιζουμε τοσο πολύ στα γηινα. Ειμαστε τοσο προσκολλημενοι με μας.
-Κ μεις;
-Ναι, κ μεις. Ειμαστε τοσο προσκολλημενοι με εμας, με τους εαυτους μας.
Σου χρωστω κατι, ειπε το τζιτζικι στο μερμηγκι. Χρωσταμε ολοι μας. Ολοι μας χρωσταμε, όχι στις τραπεζες,
Αυτά είναι τερτίπια των ανθρωπων,
Ειμαστε ολοι χρεωστες, καταχρεωμενοι, παιρνουμε τοσα πολλα κ δινουμε τοσο λιγο. Δεν ειμαι ο Αισωπος να σου βγαλω ένα συμπερασμα, δεν ειμαι ηθικολογος.
Τζιτζικι κ μερμυγκας. Την άλλη μερα το μερμηγκι εφερε κ εδωσε στο τζιτζικι μια χουφτα σπορους από σιταρι. Το τζιτζικι τον ευχαριστησε κ τους εβαλε στην τσεπη του( δεν τα ειχε αναγκη, όμως τα πηρε, από εκτιμηση),
Κ αργοτερα τους εδωσε σε ένα χελιδονι.
Το φεγγαρι είναι ολογιομο. Αν εισαι καπου καθισμενος εξω, το βραδυ, κ ακουσεις κανενα ξεχασμενο τζιτζικι να τραγουδα ακομα,
Καπου εκει πιο περα,ένα μυρμηγκακι, μια τοσο δα σταλια ζωη, να ακουει τον φιλο του να τραγουδα.
*«Η απιστευτη ζωη των τζιτζικιων», είναι ένα βιντεακι 7 λεπτων, δες το στο: http://www.bluedot.gr/2013/05/cicadas/
Περπαταμε ολοι μας πανω σε μια στενη λωριδα γης. Δεξια κ αριστερα μας το χαος, πισω μας το Τιποτε. Δεν εχουμε οπισθεν ταχυτητα, ο δημιουργος ξεχασε να βαλει στο σασμαν την οπισθεν. Μονο Μπρος. Δεξια, αριστερα ,το χαος. Εδώ στεκομαστε ολοι μας, θελουμε δεν θελουμε. Είναι η μοιρα μας, το πεπρωμενο μας,
Όμως. Όμως κοιταξε γυρω σου την Φυση. Ενα μεγαλειο,
Η Φυση! Κάθε δευτερολεπτο αναιρει τον εαυτο της. Το πεπρωμενο της,
Κ μεγαλουργει ασυστολα. Μου ερχονται δακρυα στα ματια. Η διαφορα μας με τα αλλα ζωα είναι ακομα πιο μεγαλειωδης. Γνωριζουμε το πεπρωμενο μας! Ακομα πιο μεγαλειωδης από αυτό είναι ότι μπορουμε να το αλλαξουμε. Ειμαστε διατεθημενοι;
Ας αποφασισει ο καθενας μονος του.
Αναιρεσε τον εαυτο σου! Αναιρεσε το πεπρωμενο σου! Για πρωτη φορα η Φυση εκανε ένα πειραμα μαζι μας. Αφησε το πεπρωμενο στα χερια μας, εμεις να αποφασισουμε για το μελλον μας. Είναι ένα πειραμα, μια αλχημεια, μια ευλογια, μαζι κ μια καταρα. Ειμαστε κατι πρωτογνωρο, ψαχνουμε να βρουμε τον δρομο μας. Εχουμε όμως χαθει. Συνεβη κατι το εντελως ανελπιστο: φτιαξαμε μια τεχνιτή οπισθεν. Ηταν μια πιθανοτητα ένα στο εκατομμυριο, κ τα καταφεραμε να φτιαξουμε μια οπισθεν. Ομως η φυση ειχε σκεφθει κ αυτη την πιθανοτητα κ εφερε ένα ακομα πιο επαναστατικο νομο. Τον πιο επαναστατικο από καταβολης Κοσμου,ειπε: ακομα κ αν ο κοσμος χαθει ολος, ακομα κα αν ο κοσμος αυτοκαταστρεφεται, η μοιρα του καθενος είναι η μεγαλυτερη αξια ολων. Η μοιρα μου είναι πιο μεγαλη από την μοιρα ολου του Κοσμου.Η μοιρα του καθενας μας είναι στα χερια του καθενας μας. Ο καθενας καθοριζει την δικη του μοιρα. Οσο κ να σου φαινεται παραξενο, η μοιρα δεν ανηκε ποτε στους θεους-ηταν το πιο μεγαλο ψεμα-. Ανηκει αποκλειστικα στα χερια σου. Η μοιρα σου, η μοιρα μου, δυο εντελως ξεχωριστα παιδιά, από έναν κ τον ιδιο πατερα κ μανα. Την Φυση. Δεν γνωριζω το μελλον του κοσμου μας. Το μονο που γνωριζω είναι ότι μοιρα του κοσμου μας είναι στα χερια σου,
Κ ο ανθρωποκοσμος μας..
Κ ο Ηνιοχος εχει τα ματια του κλειστα.
-Δεσε τα ματια μου, μανα!
Η μανα του βεβαια δεν του τα εδεσε. Προφανες το γιατι. Θα οδηγουσε την αμαξα που την εσερναν 6 αλογα, κ ένας αοματος ηνιοχος είναι τραγωδια. Τραγωδια του Σοφοκλη.
Τα εδεσε μονος του, καμίτσησε τα αλογα κ τραβηξε για εκει που ποθουσε η απληστια του,
Σπερνοντας πονο, θεριζοντας πονο.
Εχεις ματια! Ανοιξε τα κ δες! Δες!
Καθε καλοκαιρι ερχονται κ τραγουδουν! Απιστευτα ομορφο συμβαν, σχεδον θαυμα, ακουμπα τις παρυφες του μυστηριου. Εκει εξω!
Σχεδον διπλα σου, πανω στον κορμο του γασεμιου, της πορτοκαλιας, της ελιας,
Ενα τραγουδι,
νοτες μιας συναυλιας, για 17 χρονια ηταν μεσα στη γη, μετα, ένα καλοκαιρι, αποφασισαν να βγουν εξω πανω στα δεντρα. Βγηκαν! Είναι κ το κυκνειο ασμα τους. Αυτο το καλοκαιρι θα αφησουν τον κοσμο για παντα. Τραγουδωντας!
Να περνατε ολοι ομορφα