μαθημένος να κλέβει
χρόνια, χαμόγελα, στιγμές
ακόμα και σιωπές
κοιτάζει καχύποπτα τριγύρω
μη και τον καταλάβει
το άγριο θηρίο που κλωτσάει μέσα του
και πάει και τον προδώσει
στη συνείδηση,
το μέγιστο κριτή
κοιτάζει και κρύβεται,
κρύβεται κι αναπνέει γρήγορα
χωρίς κανένα ήχο
είναι ένας κυνηγημένος κι αυτός
της ίδιας του της υπόστασης
ένας κυνηγημένος που αποφάσισε να δράσει
και τώρα ζητάει το μερτικό
απ' τη ζωή που δεν έζησε
έτσι τον βρήκα
να κλωτσάει αόρατους ανεμόμυλους
και να βγάζει αφρούς
έτσι τον κράτησα
σφιχτά
να μη του φύγει το όνειρο
έτσι του έδωσα τα χέρια μου
να πιαστεί
και το χαμόγελό μου
να ελπίζει
έτσι
τον αγάπησα βαθιά
κι αυτός πίστεψε
κι αγάπησε
πρώτα τα μέσα του
κι ύστερα εμένα
βαθιά
υπόγεια
χωρίς ήχους, φανφάρες, βεγγαλικά
όπως ταιριάζει σ' αυτούς που αγαπάνε το σκοτάδι
Silena 26/10/2010
*Painting by Laurie Maitland