Βήματα που πήραν τις σκέψεις συντροφιά τους
στην πορεία του μακρινού δρόμου…
να θυμηθούν τους περασμένους
ψιθύρους της βροχής…
Τα δισύλλαβα χαμόγελα
τα τρυφερά αγκάθια της νιότης,
τις ιδρωμένες ιδέες της προσμονής…
Και ο δρόμος να μακραίνει πάντα
με το πέπλο της αβεβαιότητας
να απλώνεται σύννεφο φορτωμένο.
Μα η καρδιά να επιμένει πάντα
να περπατά μέσα από την θολούρα
της φοβισμένης σκέψης
και να βγει στον ποτισμένο
δρόμο της λαχτάρας
τραβώντας το νήμα της μοίρας οδηγό
με τις χάντρες της ελπίδας
να στροβιλίζονται χαρούμενα
και να δροσίζουν
τη στυφή ανάσα της πορείας…
Και ο χρόνος να συναντά το πεπρωμένο
και να υπόσχεται, χτυπώντας έντονα τις χορδές
στον λεπτοδείκτη του ονείρου…
Και η πορεία να συνεχίζεται
με τα πρώτα φωτεινά σημάδια
να συναντούν τη θάλασσα
που τραγούδαγε τον ίδιο σκοπό
με την καρδιά μου,
επαναλαμβάνοντας την υπόσχεση,
απλώνοντας μου το χέρι της…
Και η συνάντηση στο ίδιο σημείο του τότε…
άφησε πίσω της τις σταγόνες στα φύλλα της λήθης
και ο χρόνος πήδηξε στο τώρα
και με συνάντησε να συνεχίζω
ακόμα τα βήματα μου,
κρατώντας τις σελίδες μου
βρεγμένες μα καθαρές.
Και τις ασπρόμαυρες γραμματοσειρές
των σκέψεων μου
μα έχουν χρωματισθεί έντονα
στα χρώματα του δειλινού
και στους παλμούς των άστρων
που κρατούν φυλαγμένα
όλα τα όνειρα που έγραφα στους τοίχους
και τραγούδαγα μαζί σου
στη κρυφή παραλία της καρδιάς μου
ως ότου ο ήλιος κατέβηκε
το μονοπάτι του βουνού
και χάθηκε…
Απλώνοντας τα χέρια
άφησα όλα τα περιστέρια της καρδιάς μου
να πετάξουν ψηλά, εκεί που
περιμένει η ψυχή μου
για να δώσουν τον πάπυρο της ζωής μου
να τον διαβάσει Ο Ιεροφάντης
της μεγάλης πύλης…
Εκεί που τελειώνουν τα βήματα μου…
Νίκος Στυλιανού