«Δεν ενώνεται το δάκτυλο, πώς να ενώσουμε τις φλέβες, με κόλλα; Ίσως στο μέλλον να βρούνε λύση και γι’ αυτό. Όχι όμως για εσάς, όχι για εμάς.»
Αυτοί, αυτοί είναι οι πιο δυστυχισμένοι σήμερα, αυτοί με τα τεσσεράμισι δάκτυλα, με το ενάμισι χέρι, με τα δύο μισά πόδια, τριάντα ετών και άνω,
«Δεν ενώνεται το δάκτυλο, πώς να ενώσουμε τις φλέβες, με κόλλα; Ίσως στο μέλλον να βρούνε λύση και γι’ αυτό. Όχι όμως για εσάς, όχι για εμάς.»
Αυτοί, αυτοί είναι οι πιο δυστυχισμένοι σήμερα, αυτοί με τα τεσσεράμισι δάκτυλα. Mε το ενάμισι χέρι. Mε τα δύο μισά πόδια. Tριάντα ετών και άνω, που κόψανε την αρτιμέλειά τους πάνω από δέκα χρόνια πριν. Που τώρα ακούνε ιστορίες κολλήσεων άκρων στα νοσοκομεία και στις κλινικές και κοιτάνε αντίθετα, προς στην καλή τους πλευρά. Με ένα λυγμό πνιγμένο, περιμένοντας το συγκατανευτικό του συντρόφου ή του παιδιού χαμόγελο, ως την επόμενη ανάσα βαθύτερη.
«Λυπάμαι κυρία μου, δεν διορθώνονται οι ουλές στο λαιμό από το λίφτινγκ, ούτε μειώνεται το χείλι που σας πρήξανε τόσο επιτηδευμένα.»
Αυτές, αυτές κι οι λίγοι αυτοί, πιο απ’ όλους δυστυχισμένοι είναι, χαμένοι στο μέτρημα της ρυτίδας να βλέπουνε τις σύγχρονες μεθόδους στις όμορφες γριές να έχουν θραύση. Σύγκορμη απελπισία. Που βλέπουν τις νεαρές να ομορφαίνουν ανεπαίσθητα κι ανυποψίαστα. Αυτοί που πτώχευσαν από τις ταριχεύσεις μα δεν πτοήθηκαν και συνέχισαν στα όρια της φαιδρότητας να τεντώνουν το δέρμα, ωσότου ψυχή δεν έμεινε να αντικατοπτρίζεται προς τα έξω και άρχισαν οι καθρέφτες να ραγίζουν αλύπητα. Αυτών που οι λιγοστές ρυτίδες πάντα μεγαλώνανε κάτω από το δέρμα. Και τώρα απειλούν να ξεπροβάλουν σωρηδόν.
«Μα το φάρμακο δημιουργήθηκε για τους ασθενείς στα πρώιμα στάδια σκλήρυνσης, πώς να σας το πω, είναι αργά για σας, μην επιμένετε, να περιμένετε για πιο δραστική θεραπεία, να περιμένετε κύριέ μου!»
Όχι, αυτοί που βιάστηκαν να ασθενήσουν, να δεχτούν την ασθένειά τους, να δεθούν με την εξελισσόμενη αναπηρία με χοντρό σκοινί. Αυτοί, ναι, αυτοί είναι οι σύγχρονοι δυστυχισμένοι. Που βλέπουν τους άλλους ασθενείς να περπατάνε έξω από το παράθυρό τους επιδεικτικά. Που μετά χαμογελώντας ξεκινάν το τροχαδάκι να κρυφτούν από τους συνομήλικους. Μην και φανεί πόσο προχώρησε γι’ αυτούς η επιστήμη. Πρώιμα στάδια σου λένε.
«Μα σας λέω για χιλιοστή φορά, σας εμφυτεύσανε την περούκα τρίχα-τρίχα, αν τις αφαιρέσουμε δεν θα πιάνουν πια, θα απορρίπτονται οι φύτρες τούφα-τούφα!»
Ετούτα, τα κεφάλια ετούτα ,με τα στραβόφυτρα μαλλιά είναι τα πιο δυστυχισμένα εν έτι 2009. Που το μέτωπο μοιάζει να κυνηγάει τη σκιά της ακούνητης φράντζας σαν παιδάκι στης μάνας τα βήματα που προχωρά. Με τα αλαβάστρινα κρανία υπό την κατοχή της άρνησης της ταυτότητάς τους. Αυτοί, οι δυστυχισμένοι αυτοί που αρνιούνται να δώσουν στη φύση αυτό που δικαιωματικά της ανήκει και να πάρουν από αυτή την τεστοστερόνη που απλόχερα τους χαρίζει.
«Με το βελονισμό τίποτα δεν θα κερδίσεις, κι οι χειροπράκτες θα σε στραβώσουν ακόμη περισσότερο. Πάρε παιδί μου, κοτζάμ αθλητής τα αντιφλεγμονώδη σου, το συκώτι σου μην το φοβάσαι, όλα τα μεταβολίζει.»
Αυτά, τα παιδιά αυτά τα ταπεινά, τα αθώα βασανισμένα παιδιά που τραυματίζουν τους μυς και τις αρθρώσεις τους στις σκληρές προπονήσεις, για να πάρουν τη δόξα οι σύλλογοι, οι ομάδες κι οι προπονητές. Τα καημένα αυτά τα νεαρά μηχανήματα που παίρνουν τα φάρμακα και τα συμπληρώματα στα αμάθητά τους όργανα για να πετύχουν την προσωρινή αλλεπάλληλη παυσιπονία για χάρη της πρόσκαιρης επιτυχίας. Αυτοί που γελάνε με το γεράκο που τρέχει στο πάρκο κουτσά, και δεν προβάλλουν τον εαυτό τους τριάντα χρόνια μετά.
«Κυρία μου, ο γιος σας κι η κόρη σας έχουν αποβιώσει για διαφορετικούς λόγους. Ο μεν γιος σας λόγω καρκίνου, αλλά χωρίς οικογενειακό ιστορικό. Παρ’ όλες τις χημειοθεραπείες και τα χαμένα μαλλιά δεν πετύχαμε παρά μόνο λίγη επέκταση ζωής. Είχε κομμένο το αριστερό πόδι, αλλά ο καρκίνος ξεκίνησε ψηλά, απ’ το συκώτι, καμία σύνδεση εκεί. Αναφέρετε ότι υπήρξε ποδοσφαιριστής επιπέδου, μήπως έπαιρνε ουσίες για να θεραπεύεται από τραυματισμούς; Η κόρη σας δε, με σύνδρομο Romano-Ward, δεν θα μπορούσε να σωθεί, με μια βαλβίδα στην καρδία ασταμάτητα να στάζει υγρό. Κι εσείς, δυστυχισμένη εσείς, κάντε λίγο κράτει στις αισθητικές επεμβάσεις, δεν θα θέλαμε να έχετε την ίδια μοίρα.»
Ίσως πάλι όμως, φίλε μου, ο πιο δυστυχισμένος να είσαι εσύ. Ο αρτιμελής, υγιής και ισορροπημένος. Ο τόσο σωστά στο σύνολό σου τοποθετημένος, που και στο σύνολο το κοινωνικό σαν τουβλάκι του Tetris κολλάς. Τόσο ευτυχισμένος, που το υπαρξιακό κενό που απώλεσες με τόσο κόπο σου σκότωσε εν τέλει το ένστικτο της γλυκείας δυστυχίας που σπρώχνει μπροστά.