Ο Δεσύλλας είναι παρανο'ι'κός
Επιμένει σε χίμαιρες και ουτοπίες
Λέει τρελές σκέψεις κι ασυναρτησίες
Ο Δεσύλλας δεν είναι καλά.
Την αγαπάει ακόμα…
Δεν θα μαλώσουμε ποτέ ξανά
Θα είμαστε για πάντα μαζί μωρό μου
Ο Δεσύλλας προχτές το βράδυ
Έβριζε για ώρες μια γάτα
Γιατί λέει του θύμιζε εκείνη
Άλλες φορές πάλι χάνεται για μέρες
Κι όταν οι λίγοι φίλοι τoν ρωτούν
Λέει σκεφτόμουν…
Πάρε με αγκαλιά Ηλία
Συνέχεια με ξεχνάς,με αφήνεις…
Τώρα ήρθε η ώρα,αυτή η ώρα
Που μοιαζε τόσο μακρινή κάποτε
Ήρθε η ώρα να σκοτώσω
Και ό,τι τελευταίο σε θυμίζει.
Μα ξέρεις δεν είναι τα πράγματα
Που πέταξα ένα πρωινό του Μάη.
Είναι αυτό που λένε ψυχή
Είναι αυτό που λένε σώμα.
Και κάποτε ήταν δικά μου.
Τώρα συνέχεια μου μιλάνε για σένα
Σαν φριχτοί δήμιοι που το απολαμβάνουν.
Κι αυτός ο καριόλης ο χρόνος
Δεν γιατρεύει τίποτα τελικά
Κι αν γιατρεύει,στο τέλος αφήνει
Ένα κουφάρι άδειο ζωντανό.
Είναι οι άνθρωποι εκείνοι
Που ‘ναι τα μάτια τους νεκρά
Που περπατούν σκυφτοί στον δρόμο.
Που όλα είναι ίδια κι ανούσια
Ακόμα και τα όνειρά τους τα τυφλά.
Και οι γυναίκες τους,αυτές οι γυναίκες
Που κυκλοφορούν με τις καρδιές των άλλων
Μες στις ακριβές τσάντες τους
Και τα κολλητά φορέματά τους,
Μες στους πολυτελείς κώλους τους
Και τα χρωματιστά εσώρουχά τους.
Οι γυναίκες τους,που με το ίδιο στόμα
Λένε σε αγαπώ και με το ίδιο θηλάζουν,
Αυτές οι γυναίκες δεν δάκρυσαν ποτέ.
Κι αν ποτέ τους ξέφυγε ένα δάκρυ
Αυτές αμέσως το σκούπισαν
Με μυρωδάτο μαντιλάκι.
Πες μου πάλι ένα από τα παραμύθια σου…
Δεν έχει παραμύθι απόψε αγάπη μου.
Απόψε έχει σιωπή.