Το παράθυρο δεν έκλεινε ποτέ
και ο αέρας έφερνε συνέχεια
ιστορίες από τα κλεμμένα βράδια σου
Τσιγάρο τελευταίο στο χέρι
που δεν θέλω με τίποτα να τελειώσει
πριν η πόρνη με φιλήσει και φύγει
Κάτω στους δρόμους της πόλης
η Μαρία φόραγε πάλι τα καλά της
και ξεκίναγε βόλτα για το λιμάνι
Τα μάτια δίπλα μου σβησμένα κεριά
ξεχασμένα σε ένα ιδρωμένο μαξιλάρι
που θάβω τα όνειρά κάθε βράδυ
Μένει η μεθυσμένη φωνή της
τα ξημερώματα που σέρνεται σπίτι
να θυμίζει το τέλος της αγάπης