Τα μπλουζ είναι κόκκινα
κατακόκκινα
σαν γλιστερό ηλιοβασίλεμα
σαν καταραμένο πάθος
σαν συνεχής πτώση στα βάθη της ήττας.
Όταν τελειώνουν τα συμβάντα και οι γύρες
όταν καταρρέει ο ουρανός των αισθήσεων
κι όλα γυμνώνονται
Τα μπλουζ
ακούν στα βάθη τον βοριά της παλιάς οιμωγής
βλέπουν θαμπά τ’ αλλόκοτα συρσίματα της ορφάνιας
θυμούνται φτώχεια
αίμα και φόβο
σύρματα
και προβολείς χιαστί.
Ερωτοτροπώντας με ζάλη της πιο απόκρυφης σκέψης
στο παράπονο βουτούν του τελευταίου συναισθήματος
διπλώνουν τρυφερά μέσα τους τις κατακλεμμένες ζωές
τα ξεριζωμένα χάδια
τα χαραγμένα βλέμματα
κι ευλαβικά σωπαίνουν.
Προσεκτικά κοινωνούν το μυστήριο της οργής
χρώματα
ύμνοι
οσμές τα τυλίγουν
ασθμαίνουν
γυροφέρνουν
συσπειρώνονται
Κι απλώνονται παράφορα ως τα μάκρη
Κόκκινα
κατακόκκινα
ζεστά
για να μας πνίξουν.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Α. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ