Είχε φυσήξει άγαρμπα
Άνεμος που
Σπαράζει
Κινούμαι αντίθετα
Πάντα
Κόντρα εξέλιξη
Γι’ ανάφλεξη
Πίνω θάνατο
Πάντα
Κόντρα ζωή
Για πάθος
Άφησα τη στέγη
Για τους γυμνούς
Που ντρέπονται
Και στο γείσο μου
Κρέμασα βροχές
Για να μεθύσουν ποιητές
Και πάω..
Πάντα πάω
Να ιστορήσω
Χτύπους νεκρών
Να μην αδειάσουν τα
βιβλία
Δε γράφω
Δίνομαι
Δεν πονώ
Σκορπάω
Φύλλα κίτρινα
Σε γέρικη πλατεία
Ντιβάνι χαμένων ειδώλων
Που κάποτε
Αφηγήθηκαν βίους αγρίων
Όταν βάδιζαν υγροί
Απ’ όλα τα σημεία του
Ορίζοντα
Για να συναντηθούν εδώ
Που δεν έχει φεγγάρι
Μήτε τόπο να σταθείς
Μόνο μπαρούτι
Να εκτοπίσεις το είναι σου
Δε γράφω
Τρυπάω τις οθόνες
Δεν πονώ
Έχω πονέσει ήδη
Τα σύννεφά μου σας δείχνω
Και πάω..
Τους κεραυνούς μου σας ρίχνω
Και πάω..
Πατώ τους
νόμους της σιωπής
Αφού
Απ' το πάντα
Μου βρόνταγε
Την πόρτα να με πάρει
Και τίναζε τον ύπνο μου
Φοράω τις σκιές μου -
Στολή εκστρατείας –
Χλευάζω τα μνήματα
Των γελαστών ζώντων
Τους φθείρω
Ισχυρός επικριτής
Της ανίας τους
Που ορίζονται
Ομαδοποιημένοι
Εξορίζοντας γενναίους
Αγκαλιά το μάταιο
Της δόξας τους
Κι ανάβω πιότερο
Και φωτίζω
Τη γηραιά πλατεία
Που πανδοχείο έγινε
Θαλασσινών αφηγήσεων
Δονήσεων μάχημων νεκρών
που υπερυψώθηκαν
να δώσουν βουνά
Ιερά άβατα
των αναμνήσεών τους..