Η μέρα έφευγε
Σε στάλες ιδρώτα
Που πότιζαν την ψυχή
Κρυφή νοσταλγία
Και θλίψη.
Οι άνθρωποι τρέχανε
Πασχίζοντας
Να πιάσουν την πνοή τους.
Μα ο αέρας της πόλης
Έμοιαζε ορκισμένος
Εκδικητής τους.
Το τραγούδι μας
Σκιά που σέρνει αίμα.
Σκιά που πασχίζει
Να φυτρώσει λουλούδια
Στο πέρασμά της.
Δες εκεί ψηλά
Άρχισαν να καίγονται
Τα βυζαντινά κάστρα
Και κάτω η θάλασσα
Έπνιξε τα πρώτα σπίτια.
Και κάπου εκεί ενδιάμεσα
Κάπου εκεί
Εσύ κι εγώ
Στον τελευταίο μας σταθμό...