Ανάσαινε η γη ανθρώπους
εκείνο το χειμώνα
δεν το θυμάσαι όμως
ήσουν αγέννητος ακόμα
είχε μια απόκοσμη ομορφιά ο ουρανός
τόση
που δεν τολμούσες να σηκώσεις το βλέμμα
και να τον κοιτάξεις
και στην χόβολη εκείνη των ψυχών
ετοίμαζε τις νέες του αφηγήσεις
ο Ασπιδοφόρος
μα ήσουν στο ταξίδι σου
στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού
και δεν θυμάσαι
κάποια στιγμή
όταν το κρύο είχε διατρήσει τη σκέψη μας
όταν το μοναχικό μας δώμα
δεν άντεχε άλλους λυγμούς
κι όταν οι πολεμιστές
είχαν αρχίσει να μουρμουρίζουν
και να σπαθίζουν νευρικά το τίποτα
ο Ασπιδοφόρος άρχισε να τραγουδάει
και όλοι
να ξέρεις
σώπασαν
σώπασαν
το έρμα του Κόσμου
στη ψυχή μου μεγάλο
ω Κύνα και Απρόσιτε Πατέρα
το έρμα του Ανθρώπου
αβάσταχτο έκανες φορτίο
για μένα
ω Μητέρα Λευκή
και Πεπολοφόρα Δέσποινα
το φορτίο έκανες μεγάλο…
και αμίλητοι άκουγαν όλοι
κι ακόμη
έκλαιγαν
έκλαιγαν όλοι σου λέω
γιατί στη χόβολη θέριευαν οι φλόγες
κι ύστερα σβήναν πάλι
γιατί ο χειμώνας γινόταν άνοιξη και καλοκαίρι
και φθινόπωρο
σε μια στιγμή
και όλες οι μάχες της Δημιουργίας
ζωντάνευαν μπροστά μας
από το άχρονο κάποτε
στο απύθμενο κάπου…
ω Άδη ζωφερέ και αφιλόξενε
και συ Στύγα με τη μελανόχρονη ρύση
το έρμα του πόνου είναι ασήκωτο για μένα
κυκλώπειο τούτο το έργο
για τους σάρκινούς μου ώμους
ω Περσεφόνη ευήμερη και συ Ίσιδα σκοτεινή μητέρα
της αιώνιας θηλυκής ανάσας
μην με λησμονήσετε…
μην με λησμονήσετε…
και φούντωσε κι άλλο η φωτιά
και οι αιώνες σχηματίστηκαν λες απ’το αρχέγονο σκότος
και πήραν μορφές
γινήκαν άνθρωποι και ήρωες και θεοί!
και ο Έρωτας και ο Ζαγρέας και η Εκάτη
και τα ορφανά παιδιά του κόσμου
που άνοιξαν τα μάτια τους
και τα μικρά τους χέρια
και επαιτούσαν
το μερίδιο ανθρωπιάς που τους αρμόζει
και δεν θα το χορτάσουν ποτέ…
και χοροί συμπαντικοί στήθηκαν γύρω μας
και στα στήθια μας η καρδιά πήγαινε να σπάσει
και στα κεφάλια μας μεγάλωνε το ερπετό…
το ερπετό…
και ξαφνικά
σιωπή
κι ύστερα
σιγή…
μα εσύ
στο κέρας του απείρου γλυκά κοιμόσουν
και ευτυχώς
γεννήθηκες
χωρίς την αρχή
ούτε το τέλος που σου έχυσαν στα σπλάχνα
να θυμάσαι
Νοε2012
“Into the void”
Matej Zalokar