Η γενιά μου ήρθε από πληγωμένα βουνά
μ’ αγιάτρευτη τη νοσταλγία
ως το τέλος
για τα δάση και τα νερά
Ξυπόλυτη
τίγκα στη φυματίωση
με κουρεμένο κεφάλι
και τα κορίτσια να πεθαίνουν στη γέννα.
Μες στη φωτιά.
Πριν μάθει να διαβάζει
πριν μάθει να μετρά.
Έφυγε
φεύγει η γενιά μου
με λαβωμένα μάτια
ρέοντα κατάμαυρα σύννεφα τη χαιρετάνε
Αναδεύοντας σπλάχνα και αίματα
υμνώντας στα σκοτεινά το αναστημένο γονάτισμα
τους καημούς και τα βάσανα των ποντοπόρων
για μια χούφτα φως
για μια ανύπαρκτη Ιθάκη
μαζί με τα ποτάμια
που δεν πρόλαβε να πιεί νερό
μαζί με τα πλοία
που ποτέ δεν ταξίδεψε.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Α. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ