Eίσοδος Μελών

Βαθμολογία Χρηστών
 
5.0
Reviewed by Sotos
"Bravo!!!!!!!!!!!!! "
Βαθμολογία Χρηστών
 
5.0
Reviewed by logoclub.gr
Βαθμολογία Χρηστών
 
5.0
Reviewed by logoclub.gr
Βαθμολογία Χρηστών
 
5.0
Reviewed by logoclub.gr
< >

Κριτικές Κειμένων

Who's Online

Έχουμε 339 επισκέπτες συνδεδεμένους

Καλώς ήρθατε

στον Ιστοχώρο του Λογοτεχνικού Club,που δημιουργήθηκε από ανθρώπους που αγαπούν την λογοτεχνία και επιθυμούν να προβάλλουν αυτό το κομμάτι του πολιτισμού μας σε όλον τον κόσμο.

Εκτύπωση PDF
RSS
LOGO PAGE ** Ποίηση ΨΥΧΗ ΜΟΥ
 

ΨΥΧΗ ΜΟΥ Hot

ΨΥΧΗ ΜΟΥ

Δεν μπόρεσα να διατυπώσω κάποιο θέμα για αυτό το διηγηματικό ποιήμα,έχασα τις αισθήσεις μου στο βάθος, μα τράβηξα γοργά την άγκυρα και αντίκρυσα μαγκωμένη  την δύστυχη ψυχή μου...

Αφόρητη ύπαρξή μου προσπάθησε να κοιμηθείς

θα σου διαβάζω μέχρι το λυκαυγές ποιήματα και νουβέλες  μεσαιωνικές

αυτές που αγαπάς επειδή τόσο σου μοιάζουν.


Μα αν κλείσεις τα μάτια σου έστω και λίγο

τα μυτερά βλέφαρά σου θα έχουν καρφώσει την λιπώδη ανιδιοτέλειά σου.

Σε μια σχεδία από χαρτί δίχως να ξέρεις

άφηνες  πάντα τον άγριο χειμώνα να σε πηγαίνει σε φουρτούνες μαύρες

και σε τρομαχτικά  λευκά  τοπία

που χρωμάτιζαν παγερή την διάπυρη μορφή σου.


Με κιμωλία έγραφες στο χιόνι τον σκοπό σου

μα  τόσα  αποτυπώματα υποδημάτων σαν περάσαν  ανελλιπώς θαβόταν και τον ξέχασες.

Ψιθύρισες πρωινά τραγούδια για την παράσταση του έρωτα

και  πέταξες  χαμόγελα που τόσο περιορισμένα ήταν.

Την αίσθηση του πρώτου  φιλιού φυλάκισες

στην ζεστασιά του κόκκινου κεριού

που σιγοκαίει  αένα και δεν χρειάζεται φιτίλι.


Στο υπόγειο το πήρες μια μέρα βροχερή,

για να αναγνώσεις το παιδικό σου παραμύθι

μα μέσα στο κελάρι  στην απόλυτη σιωπή

ξεσπούσαν  λαχανιάσματα που τόσο σε αλλοίωναν.


Έχασες τα ξύλινα κλειδιά πάνω στην ταραχή σου

και έμεινες εκεί για μια στιγμή αμετάβλητη

όσο το αργό κλείσιμο των ματωμένων σου ματιών

και το τελικό φτερούρισγμα της παγιδευμένης καρδερίνας

που τόσο γλυκά έπαιζε βιολί τις βουβές  εκείνες  κυριακές.


Σε ένα ραγισμένο λιλιπούτειο κοχύλι έχωσες

τις φιλικές στιγμές που έκαναν την αναιτιότητα να φαντάζει

η πιο θελκτική  παρθένα έφηβη που τόσο να συνουσιαστεί διψούσε,

μα η εκνευριστικά αγέρωχη επανάληψη των στιγμών πόσο κοινή την θύμιζαν.


Δεν θυμάσαι το στέρνο της μητέρας σου

ούτε την κούνια που ηρεμούσες

μα σαν λάβαρο σε μεταπολεμικό μουσείο το κείμενο που σου διδάξανε  εξιστορούσες.

Κάπου έπρεπε να μοιάζεις και κάπου να ανήκεις

ας είναι η αγάπη αυτή που τόσο προσδοκούσες.


Αετός δίχως φτερά με δεινά φορτία κρεμασμένα

κατρακυλούσες σε βραχώδη όρη πεινασμένος

για τα καβούκια της απελευθέρωσης

που η αλυσίδα του ομφάλιου λώρου σου υπέδειξε για σένα,

ας εναβρύνεσαι πως είναι με κόπο πια δικά σου.


Θυμάσαι την τεράστια πεταλούδα που κόλλησε στο χνωτισμένο τζάμι σου

όταν ήσουν δακρυσμένη και ατένιζες τον ουρανό τα θαμπωμένα μεσημέρια;

Φωτογραφίες ποτέ δεν έβγαλες για να μην στοιχειώσεις την ζωή σου

μα εκείνη την ημέρα μέθυσες από την ομορφιά

τόσο που την βύθισες στο απύθμενο ξερό πηγάδι του πραγματικού σου κόσμου.


Στο τελευταίο θρανίο έγραφες όταν ήσουνα μικρή

για να ξεσπάσεις από την πιο σκληρή ηλικία

και βαριές τιμωρίες σου επέβαλλαν για τούτο το κακούργημα

μα σε επευφημούσαν όταν φυλάκιζες τα αμέτρητα πολύχρωμα πουλιά

που φτερουγίζαν άγρια μέσα στο κεφάλι σου

μέχρι που σου δώσαν και  έπαινο μα προλάβες και ελεύθερωσες 2 μικρά νεογνά

και τώρα ζεις μαζί τους μοιράζοντας δια τρία τα ψίχουλα στο ζεστό σου πάτωμα.


Σταγόνες  στην εγκαυματική γλώσσα σου ρίχνει η μητρική βροχή

μα εσύ κρυβόσουν κάτω από τα δέντρα παρατηρώντας τόσο τα μυρμήγκια

που ώρες βασανιστικά τους μιλούσες,  σε πλησίαζαν και αποκρινόσουν

τα άγγιζες με τις άκρες των λερωμένων δαχτύλων σου και εκείνα σε απέφευγαν γοργά.


Πως μπορείς να το διαπράττεις ακόμα αυτό, σε ρωτάω; Πώς το αντέχεις;

Και εσύ μειδιάζοντας με ακούμπαγες στον ώμο και μου έγνεφες προς το δάσος

Αμέσως κινούσα προς τα εκεί, μα το μόνο που έβρισκα ήταν μια γαλήνια εξωκοσμική ηρεμία

σε κάποια γέρικα δέντρα που σαν τα ακουμπούσα ψύχος κάλυπτε την παλάμη μου

και φοβέρα το δειλό κορμί μου...Πρέπει να γυρίσω στην γυναίκα μου γρήγορα και στους γονείς μου, πόσο μου λείψανε, η ψυχή ακόμα κοντοστεκόταν χαμογελαστή στο ίδιο σημείο: “Γύρνα, μα μην ξεχάσεις ποτέ αυτό“ και μου πέταξες  ένα κουβάρι με μια μαύρη κλωστή. Το πέταξα στα σκουπίδια με την πρώτη ευκαιρία που βρήκα στο δρόμο για το σπίτι. Τα ξύλινα κλειδιά μπήκαν στην πόρτα...  Γύρισα σπίτι...


DHMHTRHS GEORGAS

WOLFALAIRE

Κριτικές Χρηστών

Average user rating from: 1 user(s)

 

Αξιολόγηση:
 
5.0
 
 

Reviewed by stavros
November 09, 2013
Report this review
 
 
 
Powered by jReviews

Κριτικές : Advanced Search

Κατηγορία:     Keywords: