Μαύρα πουλιά
διαβατάρικα πουλιά
φερμένα από άλλους τόπους
που δεν γνώρισα ποτέ μου,
όταν έτρεχα
διψασμένο κορμί
στις λεωφόρους του πόθου,
έκλεψαν μια νύχτα με αστροφεγγιά
την ίδια την καρδιά μου,
στις συντεταγμένες του πετάγματος τους
το αίμα του φεγγαριού
που τρέφεται από την φωτιά
που κούρσεψε τα όνειρά μου .
Και εγώ
λανθραναγνώστης των άστρων
στα παγκάκια της τρέλας
στις χαρακιές της νύχτας
να ψάχνω τα σημάδια της αγάπης
που τάισε με φωτιά
τα σβησμένα όνειρά μου .
Στην θέση της καρδιάς
ένα σπασμένο βιολί,
στις διαλυμένες χορδές του
οι νότες της σιωπής.
ψυχή που φόρεσε το μαύρο...
Βάσω Μπρατάκη