Τα πρωινά που έρχονται σε γκρίζο φόντο φοβάμαι
Τις στιγμές εκείνες που οι άγγελοι μάς κοιτάνε στα μάτια
Και μετά πεθαίνουν στα βρώμικα σοκάκια της πόλης…
Τα δάκρυα του Θεού καίνε την ψυχή μας βασανιστικά
Καθώς τρέχουμε να κρυφτούμε σε τρύπια υπόστεγα…
Η ελπίδα σέρνεται ματωμένη σε μια άδεια πλατεία
Μπροστά σε σκιές ανθρώπων ακίνητες στον χρόνο…
Τα ίχνη από το αίμα της φωτίζουν τον δρόμο…
Η ελπίδα σέρνεται ματωμένη σε μια άδεια πλατεία
Και ο δήμιος τής δίνει την χαριστική βολή…