Δυο παπαρούνες άγριες
προάγγελοι της άνοιξης
με χρώμα βαθύ κόκκινο,
πως βρέθηκαν να στέκουνε
στο άνυδρο τοπίο
δίπλα σε ένα λείψανο
από σπασμένο φτυάρι
ανάμεσα σε δυό γραμμές
στο τέλος του Φλεβάρη ;
Οι δυο τους ξεχωρίζανε
σαν δυο σταγόνες αίμα,
φάνηκαν συζητούσανε,
φαινόταν τρομαγμένες…
Διαπραγματευότανε φύγουν
το τάχυ από ‘κει
γιατί δεν θέλουν χρώμα τους
να το φορέσουν νέοι
στο μαύρο αφιλόξενο
θανάτου το τοπίο.
Οι Λύκοι αλυχτούσανε
λες κ’ είχανε προαίσθηση
και δυνατή την αίσθηση
πως το κακό ερχόταν…
Έδειχναν πως πονούσανε
και πως αγωνιούσανε
γιατί το βλέπαν το κακό
πως με ‘να μαύρο άλογο
ο Θάνατος ερχόταν…
Γι ‘αυτό και δεν περίμεναν
χωρίς κανένα δισταγμό
γρυλίζοντας με καλπασμό
έτρεξαν τρομαγμένοι.
Κρύος–πικρός και ο βοριάς
σταμάτησε φυσάει,
δεν θέλει γίνει ο αίτιος
να απλωθεί εις τις γραμμές
η μυρωδιά θανάτου…
Κανείς δεν το περίμενε
αν και.. σημαδεμένο
πως δύο τραίνα το κακό
το είχαν σχεδιάσει
στου τρόμου το σενάριο
συναντηθούν κι’ αγκαλιασθούν
δώσουν καυτό και πύρινο
πικρό φιλί Θανάτου…
Μα !… Έλα Χριστέ και Παναγιά !...
Με μιας όλα αλλάξανε, άλλαξε το τοπίο !…
Άγγελοι και Αρχάγγελοι πολλοί ‘ναι μαζεμένοι
να λειτουργήσουν τις Ψυχές, τις αδικοχαμένες…
τους δώσουνε θυμίαμα
κρύο νερό να πιούνε
τους πουν να μη τρομάξουνε
Μαζί Θα Πορευτούνε !…
Νίκος Στυλιανού