Sub Menu

Eίσοδος Μελών

Who's Online

Έχουμε 350 επισκέπτες συνδεδεμένους

Καλώς ήρθατε

στον Ιστοχώρο του Λογοτεχνικού Club,που δημιουργήθηκε από ανθρώπους που αγαπούν την λογοτεχνία και επιθυμούν να προβάλλουν αυτό το κομμάτι του πολιτισμού μας σε όλον τον κόσμο.

Εκτύπωση PDF
RSS
Logo Gate * Άρθρο Η σελίδα του λοξού (2)
 

Η σελίδα του λοξού (2) Hot

Η σελίδα του λοξού (2)

Σήμερα ξύπνησα μπερδεμένος πολύ.

Φανέρωσα στα μάτια μου έναν εσπρέσο, απ’ αυτόν τον ιταλικό που είχαμε μάθει στην κατοχή. Άναψα και ένα τσιγάρο πολυτελείας, απ’ αυτά που κάπνιζε ο παππούς μου το τρίο, όταν ήταν κληρωτός, και χαλαρός και ήσυχος κάθισα και περίμενα να έρθουν τα πρωινά περιττώματα που είχαν μαζευτεί από τη χθεσινή κατανάλωση.

Απόψε θέλησα να τα αιφνιδιάσω εγώ!

Και ορμώμενος από τη ρήση ότι τα καλύτερα πράγματα τα σκέφτεσαι αφοδεύοντας, περίμενα την ώρα και τη στιγμή που θα ενέτεινα την παρατήρησή μου στην κατά πολλούς αηδιαστική εικόνα των θυμάτων της προηγούμενης μέρας.

Και αφού οι μορφασμοί και αι πνιχταί κραυγαί βοήθησαν την κάθοδο των σκαλωμένων στα τρίσβαθα, ανασηκώθηκα πρωτίστως, και δευτερευόντως ζωγράφισα στα σαρκώδη χείλη μου τον αποτροπιασμό της επιτυχίας μου.

Κάθιδρος στο μετά, διέκρινα στις κορυφές των αποσκευών μου φλοιούς και σπόρους αχώνευτους να παραφωνούν στον δεδομένο χρωματισμό των εξοδούχων.

Και παρηκμασμένος ως μικρός και ασήμαντος, αποχώρησα εκ του μικρού δωματίου, εκεί όπου ο μονόλογος βρίσκει την ησυχία του, και αηδιασμένος από την κατάληξη των τροφών επανήλθα στο συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ασθμαίνουσα η νοηματική επεξεργασία του κειμένου.

«Ό,τι σε ταγίζουν αυτό αποπατείς».

Και απενοχοποιημένος από την κατάληξη, άφησα την υπέροχη γραμμή των οριζόντων να επισκιάζει την οποιαδήποτε κρίση των αισθήσεων.

Προσπάθησα να βγάλω από τη σκέψη μου τους εωθινούς σπασμούς που επροκλήθησαν και σκέφτηκα την εικόνα που τόσα χρόνια μου προκαλούσε απίστευτους συνειρμούς ρωμαϊκού συμποσίου.

Ένα ανάκλιντρο! Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τυλιγμένος σε λευκό χιτώνα, με ένα στεφάνι να στολίζει τη φτωχή του κόμη. Ρώγες από τσαμπιά, μήλα, πορτοκάλια και κάμποσα τεράστια κόκαλα περιτριγυρισμένα από σάρκες στη διπλανή τράπεζα. Ευνούχοι να περιφέρονται σκυφτοί, ο οίνος να ρέει και αυλικοί και αυλητρίδες να αρθρώνουν ηδονικούς θορύβους. Ιερείς, προύχοντες και τοπικοί άρχοντες με τη στάση την καθιερωμένη στας συνάξεις πριν από τον πάτο της διαδρομής, να ενισχύουν το κατάντημα της σκηνής.

Και ο υποτελής θεατής παρακολουθούσε το δρώμενο πληρώνοντας το αντίτιμο, ολοκληρώνοντας τοιουτοτρόπως την εικόνα της ευήθειας.

Και κόπτονται οι επερχόμενοι νυμφίοι να διασώσουν τα υπόλοιπα του σώματος.

Το ενδιαφέρον ξενίζει ακόμα κι εμένα, που ονοματολογικώς έχω το προνόμιο του ακαταλόγιστου.

Σιγά σιγά η ομίχλη παρασύρεται από τον χρόνο και τα πράγματα ξεκαθαρίζουν. Το ψέμα αποκαλύπτεται και τα λογύδρια δεν έχουν τη δύναμη της πειθούς.

Και ο λαός, μη αντιλαμβανόμενος το επόμενο, αρκείται στην παράταση του επιθανάτιου ρόγχου.

Και περιμένει. Και οι αντιθέσεις, τα σταυροδρόμια των πολιτισμών και τα συναπαντήματα των παθών χασκογελούν γνωρίζοντας το επιμύθιο.

Και στη διπλανή παράγκα άλλοι συνδαιτυμόνες σοσιαλιστικού περιεχομένου, με επικεφαλής τον Γεώργιο, προσπαθούν ματαίως να επισκιάσουν το αυτονόητο.

Και αναλογίζεσαι το σκίσιμο του αέρα από το τεντωμένο μαστίγιο.

Και αποστρέφεις το βλέμμα από το χειρότερο και κουνάς το μαντίλι στο παρηκμασμένο κάδρο.

Και στις βραδινές συνάξεις των λέξεων, στα σοκάκια των χαμηλωμένων μπαλκονιών, τινάζονται τα ασπροσέντονα.

Κι από κάτω στις μικρές στοές τροβαδούροι μιας παλιάς εποχής τραγουδούν ξεχασμένες μελωδίες.

Και στο μισοσκόταδο, εκεί όπου ξεχωρίζει το φως, στη μισάνοιχτη πόρτα, ένα τσάκισμα μιας φωνής κάνει το σώμα σου να μπλέκεται με τα σύννεφα.

Και δυο πόδια ενωμένα δίνουν το σκίρτημα που χρειάζεται το κείμενο για να τελειώσει.

Και διαισθάνεσαι την επανίδρυση και αφουγκράζεσαι το νόημα της περιόδου.

Και κλείνεις ακούγοντας τον διάλογο.

«Πόσο κάνει αυτή η μαργαρίτα, μάνα;» ρώτησε.

«Μια δραχμή μόνο. Μια δραχμή!» απάντησε

Μυογράφημα

Στην Πλάκα, στα στενοσόκακα. Χαμηλωμένοι οι ήλιοι της μέρας.

Στις γλάστρες τις πολύχρωμες γεράνια και γιασεμιά. Τα σκαλοπάτια γεμάτα από ανθρώπους. Τα φανάρια κι η υγρασία της νύχτας μαζί με τις φωνές κάνουν τη σελήνη να μοιάζει με παράδεισο κρεμασμένο. Πιο κάτω επιγραφές χειροποίητες καθηλώνουν το όνειρο και τη μουσική.

Μικρά κουτιά κι άνθρωποι να τραγουδούν τα λόγια των ποιητάδων της ζωής που χάθηκε.

Μια μικρή παρέα φανερώθηκε στην αρχή της στροφής. Συζητήσεις πολιτικές, όνειρα για τον έρωτα τον απρόσμενο, για τη ματιά που σκαλώνει στο μυαλό και το φυγαδεύει.

Χαιρετούρες στη διαδρομή, νοσταλγία γειτονιάς στο μυαλό και μια καληνύχτα απ’ τη γριά που ξόδεψε τη σκέψη της πριν από χρόνια.

Η πόρτα ξύλινη, από μέσα οι μελωδίες. Ρητορικά σημειώματα ενός ξημερώματος. Ένα πιάνο δίνει στη λέξη τον πρόλογο και μια κιθάρα αναστατώνει τη λεπτομέρεια. Η ιεροτελεστία των αισθήσεων βρίσκει την κατάληξή της αφημένη στη μελαγχολία. Το χαμόγελο σιγοντάρει δίνοντας το απαραίτητο κράτημα στη λύπη. Οι λέξεις γιορτάζουν κι η κίνηση λιτή, αυτοκρατορική, φτιάχνει σχήματα στο πεντάγραμμο.

«Απανεμιά».

Ένα μικρό κουτί με παλιές φωτογραφίες και χαμένα όνειρα. Ένα τελευταίο τραγούδι. Τα χέρια σηκώνονται. Το απόκρυφο της στιγμής και το τέλος μιας μικρής ευτυχίας.

Και στο μισοσκόταδο χάνονται οι ψίθυροι και κλείνουν τα μικρά κουτιά με τις μεγάλες λέξεις.

Τα σκαλοπάτια έρημα κι εκείνη η καληνύχτα της γριάς γράφει το παραμύθι, στη γειτονιά με τον λόφο, που τον λέγαν’ Παρθενώνα.

Ζωή τροχήλατη

Φανερώθηκαν οι τροχοσάνδαλοι να αφιονίσουν τα μεσημέρια!

Και ο διάχυτος ενθουσιασμός κρέμασε την εκδρομή στα κοτσάνια του δρόμου.

Στα τσιμέντα τα ιδιόκτητα από τους πολυτελείς βρυχηθμούς των καυσίμων, ακούμπησαν οι ενοικιαστές των ερημικών δρόμων τις μικρές αποδράσεις τους.

Και πόσα χαμόγελα οι συντελεστές αυτού του πανοράματος.

Και η αγέλη των κλειδωμένων ενώθηκε να διαμαρτυρηθεί για τα χαμένα πλακόστρωτα.

Προσηλωμένο το πλήθος στο εφήμερο της μεταφοράς συντεταγμένο, αιφνίδια ξεχύνεται σαν τραγούδι πολυφωνικό και ακινητοποιεί τους εξέχοντες στα φανάρια.

Και η ευλογία της στιγμής σχολιάζει την αποκαθήλωση της πραγματικότητας.

Και το άναυδο αγγίζει το αναπάντεχο και οι κακές αναφορές της μιζέριας καταλαγιάζουν.

Στους μεγάλους δρόμους τα σώματα με φορεμένα τα φτερά του Ερμή απομονώνουν τους ραβδούχους των λεωφόρων και φτιάχνουν πολυχρωμίες σκέψεων και εικόνων.

Οι διαδηλώσεις χωρίς συνθήματα προκαλούν αμηχανία ακόμα και στα τσιμέντα

ΓΙΩΡΓΟΣ  ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ

Κριτικές Χρηστών

There are no user reviews for this listing.

 

 
 
Powered by jReviews

Κριτικές : Advanced Search

Κατηγορία:     Keywords: