Χώρα χλωμή εσύ στάχυα μεστά απείθαρχα
Στολίδια σου τα μαύρα σύννεφα πάνω από
Ηφαίστεια ενεργά που κρύβουν δαίμονες.
Λευκά λιθάρια ζεύγος αιμάτινο, παραδομένο
Στους καλπασμούς εικονικών κενταύρων.
Χώρα τραχιά εσύ αφηνιασμένο άγριο άλογο
Αναζητάς τροφή μες στα λιβάδια του μυαλού.
Η λάμψη της σελήνης σου βουβές εκκλήσεις
Φωσφορούχες ανάσες πλανημένων αγγέλων.
Σε χάρτες ανύπαρκτη περιοχή ανεξερεύνητη.
Κάστρα περήφανα και ερειπωμένα ρώτησα
Ν’ αποκαλύψουν με μιας την ιστορία τους
Μα εκείνα πρόφεραν μονάχα τη σιωπή.
Κάθε αυγή ταξίδι πάνω στους λόφους σου
Μες στις κοιλάδες σου ένα αγρίμι να ξεδιψά.
Η γη σου όλη διάσπαρτη επιθυμίες ενοχικές
Σαν οργωμένα γόνιμα εδάφη που διψούν
Ποθούν αγγελική βροχή υγρά ποτάμια.
Ποτάμια που κυλούν υπόγεια και χάνονται
Σαν να ’τανε πύρινες φλέβες, πόθοι της γης.
Του ανέμου την αχνή πνοή αφουγκράστηκα
Το κλάμα του λύκου, σε ένα δάκρυ φυλάκισα
Το φτερούγισμα του αετού, μες την καρδιά
Στο όνειρο μιας μικρής νυχτερίδας βρέθηκα
Αιχμάλωτος μέσα στο δάσος μιας ψυχής.
Στάχτες βροχής πλημύρα σε άνυδρα όνειρα,
Βαθιά στο Λυκόφως λυσσομανάει η σιωπή.
Πυκνά κλαδιά χρυσά φυλλώματα επιθυμίες
Στέκουν φλεγόμενα γίνονται κήρυκες θερμοί
Ιδανικοί ψαλμοί της πτώση των αγγέλων.
Χώρα στη γη σου ταξίδεψα για να βρεθώ μέσα μου.